Τα πλοία βγήκαν σεργιάνι
—Πιερ Μπεττενκούρ—
Μετάφραση: Ε.Χ. Γονατάς
Συμβαίνει καμιά φορά, όταν έχει πέσει ομίχλη, τα πλοία που κατεβαίνουν τον ποταμό, καθώς η έλξη της σελήνης τα έχει ελαφρώσει από το βάρος τους, ν’ αλλάζουν πορεία και να μπαίνουν μες στα λιβάδια, όπου αντιμετωπίζουν ένα σωρό κινδύνους.
Ξάφνου, λοιπόν, φανάρια προβάλλουν μπροστά στη μύτη του περιπατητή, και μια ψηλή σιλουέτα σκίζει σιωπηλά τον αέρα λίγα μέτρα πιο πέρα. Όλα μοιάζουν να κοιμούνται επάνω στο καράβι. Ένας σκύλος γαυγίζει μακριά σ’ ένα αγρόχτημα, και το πλοίο περνάει ανάμεσα στα δέντρα, διασχίζοντας το δρόμο όπου κάνετε αμέριμνοι τον περίπατό σας.
Την αυγή, βρίσκουν μερικές αγελάδες κομμένες στα δύο από το κοράκι της πλώρης και πάνω στο νερό του ποταμού, όπου το καράβι ξανάρχισε να πλέει, ανεξήγητες κηλίδες αίματος μαζί με συντρίμμια από κλαδιά δέντρων και, κάποτε, ακόμη και φωλιές πουλιών.
Πιερ Μπεττενκούρ, Τα πλοία βγήκαν σεργιάνι, μτφ.: Ε.Χ. Γονατάς, «Στιγμή», Αθήνα 2001
Η εικόνα του εξωφύλλου είναι σχέδιο του Πιερ Μπεττενκούρ από το εξώφυλλο της ίδιας έκδοσης
Εδώ άλλα ποιήματα, άλλων εβδομάδων
