Οι «μοιραίοι» και η «ταβέρνα» του Βάρναλη

varnalis

Αυτό δεν είναι τραγούδι #597
Dj της ημέρας, η Νατάσσα Συλλιγνάκη

«Οι μοιραίοι», ένα από τα πιο γνωστά ποιήματα του Κ. Βάρναλη, πρωτοδημοσιεύτηκαν το 1922 στο περιοδικό «Νεολαία» της ΟΚΝΕ.

42 χρόνια αργότερα, τoν Ιούνιο του 1964, ο προοδευτικός πνευματικός κόσμος της Ελλάδας γιόρταζε τα 80χρονα του ποιητή. Η Εταιρία Ελλήνων Λογοτεχνών, η Λέσχη Βιβλίου, οργανώσεις νεολαίας και πολιτιστικοί σύλλογοι οργάνωσαν διάφορες εκδηλώσεις για να τιμήσουν τον Κώστα Βάρναλη.



Οι εκδηλώσεις αυτές περιελάμβαναν διαλέξεις για την προσφορά και το έργο του ποιητή, απαγγελίες ποιημάτων του από γνωστούς ηθοποιούς της εποχής, αλλά και εκθέσεις προσωπικών αντικειμένων και ενθυμημάτων του ποιητή, όπως φωτογραφίες, χειρόγραφα, αλλά και το Βραβείο Λένιν με το οποίο είχε τιμηθεί το 1959. Στην ιστοσελίδα των Αρχείων Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας (ΑΣΚΙ) βρήκα δακτυλόγραφα μιας εκπομπής που έγινε από τον εξόριστο ραδιοφωνικό σταθμό του ΚΚΕ Φωνή της Αλήθειας στις 3/6/1964, με θέμα της εκδηλώσεις για τα 80χρονα του Κ. Βάρναλη.

Όπως γράφει η εφημερίδα της εποχής Ελευθερία (30/5/1964), ο Μίκης Θεοδωράκης «ως ελάχιστο φόρο τιμής στον μεγάλο ποιητή» μελοποίησε δύο ποιήματα του Κώστα Βάρναλη. Το ένα ποίημα ήταν «οι μοιραίοι» και το άλλο η «μπαλάντα του Αντρίκου».

Τα τραγούδια κυκλοφόρησαν σε δίσκο με την φωνή του Γρηγόρη Μπιθικώτση (δεύτερη φωνή ο Αντώνης Κλειδωνιάρης) και συμπεριλήφθηκαν στον κύκλο τραγουδιών «Πολιτεία Β».

Την επόμενη χρονιά, το 1965, ο πολυπράγμων Χρήστος Χαιρόπουλος μελοποιεί κι αυτός τους Μοιραίους και καλεί τον ποιητή στο σπίτι του για να του παρουσιάσει το τραγούδι. Το ρεπορτάζ της εφημερίδας Ελευθερία (11/11/1965) τα λέει όλα:


Η σαλονάτη μελωδία του Χαιρόπουλου, τα βιολιά, το πιάνο, και η βελούδινη ερμηνεία του τραγουδιστή Γιάννη Μάνου έρχονται σε ευθεία αντίθεση με τον σκληρό ρεαλισμό των στίχων του Βάρναλη. Αν και πιστεύω ότι η μελοποίηση των μοιραίων από τον Μίκη είναι αξεπέραστη, βρίσκω ενδιαφέρουσα και την μελοποίηση του ποιήματος από τον Χρ. Χαιρόπουλο. Πρώτα πρώτα μ’ αρέσει που ο Χαιρόπουλος χώρεσε ολόκληρο το ποίημα στο τραγούδι του, σε αντίθεση με τον Μίκη που αναγκάστηκε να κάνει περικοπές. Έπειτα, βρίσκω ιδιαίτερα γοητευτική την αντίθεση μελωδίας και στίχων που επισήμανα πιο πάνω. Και τέλος, χαμογελάω στην σκέψη ότι η ποίηση του κομμουνιστή Βάρναλη βρήκε τρόπο να τρυπώσει στα αστικά σαλόνια, έστω και μ΄αυτόν τον τρόπο.

Εκτός από τις δύο αυτές μελοποιήσεις, υπάρχει και μια τρίτη μελοποίηση των «μοιραίων» από τον Νίκο Μαμαγκάκη, όχι και τόσο γνωστή, για λόγους που θα εξηγήσουμε παρακάτω. Το τραγούδι με τίτλο «Η ταβέρνα» κυκλοφόρησε σε 45άρι δίσκο το 1965 και στην άλλη όψη του υπήρχε ένα τραγούδι σε στίχους του ποιητή Γιώργου Θέμελη με τίτλο «Μη με ρωτάτε». Το τραγούδι ερμήνευσε στο δίσκο ο Φώτης Δήμας,ένας τραγουδιστής του ελαφρού τραγουδιού με βαρυτονάλε φωνή, που μεσουρανούσε στη δεκαετία του ’60 στην Αθήνα.

Ο Νίκος Μαμαγκάκης κατά το δισκογραφικό του ξεκίνημα στη Philips-Fidelity και στη Lyra, είχε γράψει τραγούδια πάνω σε ποιήματα του Καρυωτάκη, της Πολυδούρη, του Βάρναλη και του Παλαμά, που τα ερμήνευσαν κυρίως ανδρικές φωνές (Μανώλης Καναρίδης, Κώστας Πρέντζας, Φώτης Δήμας κ.ά). Τα τελευταία χρόνια, κάποια από τα τραγούδια αυτά ο Μαμαγκάκης τα ξαναδούλεψε με μια νέα αισθητική ματιά και διάλεξε γυναίκες τραγουδίστριες για να ερμηνεύσουν (Μελίνα Κανά, Λιζέτα Καλημέρη, Μαρία Εγγλέζου). Η «Ταβέρνα» δεν περιλαμβάνεται στα τραγούδια αυτά. Ίσως ο συνθέτης δεν θεωρεί το τραγούδι του σημαντικό, ίσως πάλι το θεωρεί «στιγματισμένο» από τον μετέπειτα «βίο» του τραγουδιστή που το τραγούδησε πρώτη φορά.

Ο Φώτης Δήμας που ευτύχησε να ερμηνεύσει όλους σχεδόν τους συνθέτες του ελαφρού τραγουδιού (ερμήνευσε ακόμα και αρκετές συνθέσεις του Μάνου Χατζιδάκι και του Μίμη Πλέσσα), είχε την ατυχή έμπνευση να αμαυρώσει την καριέρα και την ζωή του επιλέγοντας να ερμηνεύσει σε δίσκο τον «ύμνο της 21ης Απριλίου».

Μετά την μεταπολίτευση ο Φώτης Δήμας,ντροπιασμένος ή αμετανόητος -οι γνώμες διίστανται-, αποχώρησε από το τραγούδι.

Οι υπόλοιποι βέβαια συντελεστές του ανοσιουργήματος αυτού (Γ. Κατσαρός, Γ. Οικονομίδης), χωρίς ίχνος τσίπας ή αυτοκριτικής, συνέχισαν την καριέρα τους, αλλάζοντας με περισσή ευκολία το κουστούμι του υμνητή της χούντας με το κουστούμι του υμνητή του Καραμανλισμού. Άλλωστε, εμείς οι Έλληνες διακρινόμαστε για την (ιστορική) μνήμη χρυσόψαρου που διαθέτουμε. Λίγο σαξόφωνο και λίγο «φίλοι μου αγαπημένοι, γεια σας και χαρά σας» και τα ξεχνάμε όλα.

[Κλεμμένο, από τα ποστ «Τα 80χρονα του Βάρναλη και οι 2 μελοποιήσεις των «μοιραίων»» και ««Η ταβέρνα»: Η τρίτη μελοποίηση των «μοιραίων» του Κ.Βάρναλη» του πιο αγαπημένου μου blogger στην ελληνική μπλογκόσφαιρα, του Allu Fun Marx]

* * *

Κάθε βράδυ, ένας συνεργάτης ή φίλος του dim/art διαλέγει ένα τραγούδι — ή, μάλλον όχι· αυτό δεν είναι τραγούδι, ή δεν είναι μόνο ένα τραγούδι: είναι μια ιστορία για ένα τραγούδι. Στείλτε μας κι εσείς ένα τραγούδι που δεν είναι τραγούδι στο dimartblog@gmail.com.

Εδώ άλλα τραγούδια που δεν είναι τραγούδια

Το dim/art στο facebook

follow-twitter-16u8jt2 αντίγραφο

2 comments

Σχολιάστε

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.