Αυτό δεν είναι τραγούδι # 287

Dj της ημέρας, ο Γιώργος Θεοχάρης

Συμβολή στην ετήσια εαρινή κατάνυξη.

Η χούντα τελειώνει όπου να ’ναι, αλλά εμείς δεν το ξέρουμε. Η αμφιλεγόμενη ταινία Jesus Christ Superstar έρχεται στην Αθήνα, αλλά οι πιστοί μαζεύονται κάθε μέρα έξω από τον Απόλλωνα στη Σταδίου και εμποδίζουν τους κινηματογραφόφιλους να μπουν στην αίθουσα. Πέφτουν μηνύσεις, ασφαλιστικά μέτρα, το πλήρες πακέτο, και η ταινία μπαίνει στα κουτιά της μέχρι νεοτέρας. Η δικαιοσύνη αποφαίνεται ότι η ταινία δεν προσβάλλει το χριστεπώνυμο πλήρωμα (ή το προσβάλλει λίγο, εν πάση περιπτώσει) και επιτρέπεται να παιχτεί, αλλά μόνο σε μία αίθουσα. Επιλέγεται το Αττικόν (από το υπόγειο στο ισόγειο, συμβολικά) και η ταινία παίζεται κανονικά (ας πούμε) τον Απρίλιο του 1974. Πάλι οι γνωστοί άγνωστοι (οι μπαχαλάκηδες με τα τσεμπέρια) κάνουν τα δικά τους, αλλά ο κόσμος πηγαίνει, η αίθουσα γεμίζει. Όταν ένα αρρωστάκι, μια φονταμεντάλα του σκοτωμού, μπαίνει στο δωματιάκι προβολής και απειλεί τον μηχανικό με πριόνι (!), η αστυνομία αναγκάζεται να προστατέψει τον χώρο και η ταινία παίζεται για τρεις μήνες (σχεδόν) απρόσκοπτα.

Τω καιρώ εκείνω, εγώ τελειώνω την πρώτη γυμνασίου. Έχω ακούσει για την ταινία (λυσσάνε οι εφημερίδες) και θέλω να τη δω (ακριβώς επειδή “απαγορεύεται”). Αλλά, όπως είπαμε, δυστυχώς παίζεται μόνο στο Αττικόν. Ένα Σάββατο (τη μέρα που παραδοσιακά η παρέα μου πηγαίνει σινεμά) παρακαλάω τα ρεμάλια τους κολλητούς μου (και οι δύο μεγαλύτεροι από μένα) να πάμε στο κέντρο να δούμε αυτή την ταινία. Εκείνοι αρνούνται («Μιούζικαλ για τη ζωή του Χριστού; Ούτε στη φυλακή κατάκοιτος!»), θέλουν να δούνε Μελ Μπρουκς, Μπότες, Σπιρούνια και Καυτές Σέλες (ή κάτι τέτοιο, σίγουρο – και αριστουργηματικό, δεν αντιλέγω) στο σινεμά της γειτονιάς. Πεισμώνω, τσακωνόμαστε, παίρνω το λεωφορείο και κατεβαίνω στο κέντρο. Πρώτη φορά μόνος μου! Δέος. Ρωτάω δεξιά-αριστερά και, κάποτε, βρίσκω το Αττικόν. Ουρά στο εκδοτήριο! Βγάζω εισιτήριο χωρίς πρόβλημα (γιατί, αν θυμάμαι καλά, ήταν R13, κι εμένα μου έλειπαν κάτι μήνες για να τα κλείσω!) και μπαίνω στην αίθουσα. Σοκ και Δέος! Μπορντό καθίσματα, μπορντό βελούδινη αυλαία, πολυέλαιοι (αυτοί δεν ήταν μπορντό, εντάξει). Χλιδή! Βρίσκω θέση στην πλατεία και κοιτάζω τριγύρω σαν χαζό: θεωρεία, εξώστης, πλατεία – δεν πέφτει καρφίτσα! Και ανοίγει η αυλαία.

Μετά την προβολή, έχει πια βραδιάσει και φεύγω σφαίρα για την αφετηρία των λεωφορείων. Καθ’ οδόν φοβάμαι (λιγάκι, δεν έτρεμα κιόλας!) και για να πάρω θάρρος τραγουδάω, τι νομίζετε; “What’s the buzz / tell me what’s happening”! Απ’ όλη την ταινία, αυτό μου έχει μείνει! Εννοείται ότι κανείς δεν με ενοχλεί μέχρι να φτάσω στη Μενάνδρου. (Η Αθήνα τότε δεν είναι αυτό που είναι σήμερα – μολονότι, ακόμα και σήμερα, δεν νομίζω ότι θα ήταν καλή ιδέα για τον οποιονδήποτε να πουλήσει μούρη σ’ ένα πιτσιρίκι, κοντούλικο, αδύνατο, με γυαλιά μυωπίας, που σχεδόν τρέχει, ενίοτε χορεύοντας, και τραγουδάει –φάλτσα– “What’s the buzz / tell me what’s happening”, έτσι; Δεν είναι να μπλέκεις με το είδος!)

Στη διαδρομή, σκέφτομαι την ταινία. Δεν το ’χω με τα μιούζικαλ. Με τον χριστιανισμό, ακόμα λιγότερο. Με 10 λέξεις: Κάτι χίπηδες πιλαλούσαν πάνω-κάτω μέσα στην έρημο, χορεύοντας και τραγουδώντας. Τι να μου αρέσει, δηλαδή; (Στα ρεμάλια θα πω ψέματα πως ήταν ό,τι καλύτερο έχω δει στη ζωή μου, για να τους τη σπάσω.) Αλλά η όλη φάση μού άρεσε. Το Αττικόν!  (Γι’ αυτό πόνεσε η ψυχή μου όταν το κάψανε: σαν να κάηκε μέρος και της δικής μου ιστορίας!) Εντέλει, φτάνω σπίτι σώος και ασφαλής. Και πραγματικά περήφανος για την επιτυχημένη πρώτη αυτόνομη κάθοδο στο (μυθικό) κέντρο.

Το επόμενο καλοκαίρι πήγαμε οικογενειακώς διακοπές στην Κρήτη. Ως καλοί τουρίστες, επισκεφθήκαμε και τα Μάταλα. Πολλά δεν θυμάμαι να σας πω, αλλά το σίγουρο είναι πως αναγνώρισα την τοποθεσία (όχι από την όντως εκεί γυρισμένη αξιολησμόνητη σεκάνς τού Η Θεία μου η Χίπισσα). «Ώστε εδώ γυρίστηκε το Jesus Christ Superstar!» σκέφτηκα. Έκανα λάθος, βέβαια – αν και όχι εντελώς. Τιμής ένεκεν, έριξα ένα γρήγορο –και προχείρως χορογραφημένο– “What’s the buzz”, προκαλώντας ρίγη αγανάκτησης στους εμβρόντητους γονείς μου (με είχαν για ούφο, αλλά αυτό παραπήγαινε!). Μετά τη σεμνή τελετή, δεν είχα καμία αντίρρηση να τους ακολουθήσω στην κοντινότερη ψαροταβέρνα.

* * *

Κάθε βράδυ, ένας συνεργάτης ή φίλος του dim/art διαλέγει ένα τραγούδι — ή, μάλλον όχι· αυτό δεν είναι τραγούδι, ή δεν είναι μόνο ένα τραγούδι: είναι μια ιστορία για ένα τραγούδι. Στείλτε μας κι εσείς ένα τραγούδι που δεν είναι τραγούδι στο dimartblog@gmail.com.

* * *

Εδώ άλλα τραγούδια που δεν είναι τραγούδια

Το dim/art στο facebook