Φύλαγα τους τρεις τελευταίους στίχους
που μου είχαν κατεβεί μια μέρα πάνω στην κουβέντα,
κι αναρωτιόμουν σε ποιο ποίημα να τους μπάσω, ή μήπως φτιάξω
ένα καινούριο σέρτικο για τον Αερολιμένα της Λάρνακας
που διέθετε και Σάλα Καπνιστών, με καθιστικούς πάγκους ολόγυρα
και πλευρικούς απορροφητήρες σαν κουζίνας μεγάλου ξενοδοχείου,
ανοιχτή χωρίς πόρτες κι ευκολόβρετη
όπου μέχρι να τσουλήσουν οι αποσκευές
ρουφούσες κάνα δύο λαχταριστά τσιγάρα,
ξεχαρμάνιαζαν πάνω από είκοσι ρουφηχτάρηδες ταυτόχρονα.
Μα το καπνιστήριο τέλος, το φράξαν οι αμερικανίλες
και οι παπαριές περί αρρώστιας
με νοβοπάν και με φαρδιές σανίδες σταυρωτές –
λες και περιμένει τον καπνό για να πλακώσει, η μαύρη καλιακούδα –
και μου μείναν ο τίτλος και το τρίστιχο που γίνηκε εφτάστιχο:
ότι δεν καπνίζω ένα-ενάμισο με δύο πακέτα
μήτε απλώς ξεπερνώ τα δυόμισι την ημέρα,
φουμάρω απανωτά τα στριφτά από το σακούλι
γιατί όπως τους Ινδιάνους, με κατευνάζει,
με κάμνει να ρεμβάζω, να εικάζω, να στοχάζομαι,
να φουλάρω το χαρτάκι, να σιάχνω τον καπνό
κυλινδρίζοντας, να σαλιώνω και να ισιώνω,
γενικά να ετοιμάζω το επόμενο.
Μίμης Σουλιώτης, Κύπρον, ιν ντηντ, εκδόσεις Μεταίχμιο, Αθήνα 2011
Ανακοίνωση της Εταιρείας Συγγραφέων
Γεννημένος στην Αθήνα το 1949, σπούδασε φιλολογία στη Θεσσαλονίκη, έκανε μεταπτυχιακά στη Βουδαπέστη και υποστήριξε το διδακτορικό του για τον Καβάφη στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων. Εγκαταστάθηκε στη Φλώρινα, τόπο καταγωγής της συζύγου του. Μαζί με τους Δημήτρη Καλοκύρη, Πάνο Θεοδωρίδη, Αλεξάνδρα Δεληγιώργη, και με τη συμπαράσταση του καθηγητή του ΑΠΘ, Γ.Π.Σαββίδη, συνέβαλε στη δημιουργία του περιοδικού Τραμ το 1971. Δίδαξε νεοελληνική λογοτεχνία στο Παιδαγωγικό Τμήμα του πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας και πρόσφατα (2010) στο Πανεπιστήμιο Κύπρου.
Το πιο ιδιάζον χαρακτηριστικό της ποίησής του, από τις πρώτες ακόμα εκδόσεις του (Σβούρα, 1972΄ Ποιήματα εν Παρόδω, 1974, Αβγά μάταια, 1998) ως την τελευταία (Κύπρον, ιν ντηντ: περιηγητικές αρπαχτές σε στίχους, 2011), είναι η οξύτατη παρωδία προσώπων, ηθών και φαινομένων της σύγχρονης ελληνικής δημόσιας ζωής, προπάντων του πανεπιστημιακού χώρου αλλά και του κύκλου των λογοτεχνών και των διανοουμένων. Η ειρωνική και παιγνιώδης οπτική του είναι εμφανής και σε πολλά από τα σχόλια και μελετήματά του. Φρόντισε φιλολογικά πολλές ανθολογίες νεοελλήνων ποιητών στις εκδόσεις Ερμής, καθώς και τον τόμο, Φλώρινα: μια πόλη στη λογοτεχνία (2002).
Στην οικογένεια του Μίμη Σουλιώτη καθώς και στους πολλούς κοινούς μας φίλους, η Εταιρεία Συγγραφέων εκφράζει τα πιο θερμά της συλλυπητήρια.
Ανακοίνωση του Τομέα Πολιτισμού της Δημοκρατικής Αριστεράς
Έφυγε από τη ζωή ο Μίμης Σουλιώτης, ένας μελετητής και εργάτης του νεοελληνικού Λόγου, με πλούσιο διδακτικό, ερευνητικό, εκδοτικό, συγγραφικό και ποιητικό έργο. Ιδρυτικό μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων και λάτρης της ποίησης του Καβάφη, ο Σουλιώτης συμμετείχε αδιάλειπτα, «λόγω και έργω», στην πολιτιστική ζωή. Επέλεξε να ζήσει και να διδάξει στην ακριτική Φλώρινα, όπου εξέδιδε βιβλία και περιοδικά, διοργάνωνε συζητήσεις, σεμινάρια και εκπαιδευτικά προγράμματα, έδινε διαλέξεις και προσκαλούσε συγγραφείς. Οι παρεμβάσεις του στον δημόσιο βίο διά της αρθρογραφίας χαρακτηρίζονται από την τόλμη, την οξύνοια, την καθαρότητα και την ευθύτητα που τον διέκρινε.
Η Δημοκρατική Αριστερά εκφράζει τη θλίψη της για την πρόωρη απώλεια του Μίμη Σουλιώτη και τα συλλυπητήριά της στους οικείους του.


Αφήστε απάντηση στον/στην Θανάσης Τριανταφύλλου Ακύρωση απάντησης