Δε σου κάνω τον άγιο — μέρος 11ο

Ένα συλλογικό νουάρ μυθιστόρημα σε συνέχειες, αποκλειστικά στο dim/art

[Μέρος 11ο: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου]

Περίληψη προηγουμένων:  Ο Τζορτζ Καρύδης, Ελληνο-αμερικανός δεύτερης γενιάς, 48 ετών, μηχανικός, υπάλληλος μιας εταιρίας αμερικανικών συμφερόντων, της Gas Probe SA.  βρίσκεται δολοφονημένος κοντά στη Μανωλάδα. Του έχουν αφαιρέσει την καρδιά. Τα τοπικά ΜΜΕ (Ilis FM και εφημερίδα «Πρώτη») αλλά και τα αθηναϊκά (ο ρεπόρτερ Νίκος Παναγόπουλος καταφθάνει αυθημερόν στην περιοχή) μυρίζονται εγκαίρως ότι η υπόθεση έχει ψωμί, έρχονται σε επαφή με τις άκρες τους στην αστυνομία και ανταγωνίζονται για να βγάλουν λαβράκι. Από τα κεντρικά στέλνουν τη δαιμόνια αστυνομικίνα Γωγώ Δασκαλάκη να βοηθήσει τα τοπικά όργανα της τάξεως στην εξιχνίαση του στυγερού εγκλήματος, κάτι που δεν βλέπουν με καλό μάτι οι αστυνομικοί της περιοχής, όπως αποδεικνύεται και κατά τη συνάντηση γνωριμίας της με τον αστυνόμο Λάμπρου. Το βράδυ στο ξενοδοχείο «Μάρε Νόστρουμ», η Γωγώ αδυνατεί να συγκεντρωθεί στην υπόθεση, καθώς από το διπλανό δωμάτιο άγνωστο ζευγάρι επιδίδεται σε αχαλίνωτο, θορυβώδες και χρονοβόρο  σεξ. Καταφεύγει στο εστιατόριο του ξενοδοχείου, όπου όμως, αντί για την ησυχία της, θα βρει τον Νίκο Παναγόπουλο που της προτείνει ανταλλαγή πληροφοριών για το έγκλημα — και σεξ. Νωρίς το επόμενο πρωί, ο διευθυντής του Ilis FM καλεί στον σπίτι του τον δημοσιογράφο της «Πρώτης» Παύλο Νασόπουλο, τον οποίο θεωρεί υπεύθυνο για ρεπορτάζ της εφημερίδας για το έγκλημα, που αφήνει υπόνοιες για ντόπιο επιχειρηματία. Ο Νασόπουλος αρνείται την πατρότητα του εν λόγω άρθρου. Καθώς φεύγει από του Βελόπουλου, συναντά τον αστυνόμο Λάμπρου, ο οποίον επίσης αφήνει να εννοηθεί πως τον θεωρεί υπεύθυνο για το ρεπορτάζ. Μήπως στην πραγματικότητα όμως η υπογραφή «Π.Ν.» δεν σημαίνει Παύλος Νασόπουλος αλλά Παναγόπουλος Νίκος; Την ίδια ώρα, η Γωγώ παραλαμβάνει ένα μακάβριο πακέτο, την καρδιά του θύματος, και πηγαίνει στην Πάτρα όπου μαθαίνει τα αποτελέσματα της ιατροδικαστικής και της βαλλιστικής εξέτασεις. Λαμβάνει μήνυμα από τη Μαρίνα Δανέζη, που τη βρήκε μέσω Παναγόπουλου, να συναντηθούν: η νεαρή δημοσιογράφος ισχυρίζεται ότι τον Καρύδη τον σκότωσε ένας άνθρωπος της νύχτας, κατ’ εντολήν του Βελόπουλου. Αργότερα, στο ξενοδοχείο, η Γωγώ μαθαίνει από τον Παναγόπουλο της ύπαρξη συνεργάτιδας του Καρύδη, ονόματι Ντάρια Σίγκελ. Από την Ντάρια μαθαίνει τον αριθμό του κινητού του νεκρού: τηλεφωνεί και ζητά τον Τζορτζ Καρύδη. Μια φωνή της απαντά: «Ο ίδιος»…

* * *

Ήταν πραγματικά εξοργιστικό.
Στην πιο ενδιαφέρουσα και παράξενη στιγμή της καριέρας της, την ώρα που είχε την ευκαιρία να κάνει αυτό που ονειρεύονται όλοι οι μπάτσοι από καταβολής επαγγέλματος, να συνομιλήσει με το θύμα της δολοφονίας που προσπαθούσε να εξιχνιάσει, το κεφάλι της αρνιόταν να συνεργαστεί έχοντας καταληφθεί από τον Σταμάτη Γονίδη σε λούπα: «Δεν έχεις καρδιά! / Δεν έχεις μυαλό!» Με πολύ κόπο κατέβασε το volume για να πάψει να τον ακούει, αλλά τη θέση του πήρε απλώς μια άλλη άχρηστη σκέψη. Μακάρι ο δολοφόνος να είχε επιλέξει κάποιο άλλο ζωτικό όργανο για να εξασκηθεί στην κοπτοραπτική. Πόσα τραγούδια για το συκώτι, ας πούμε, να υπάρχουν; Άκυρο, ούτε κι αυτό την εξυπηρετούσε σε τίποτα. Πάμε πάλι. Από πότε ο κωδικός 6901 σε συνδέει με το Υπερπέραν; Το μυαλό της είχε αρχίσει να θυμίζει εκείνες τις χριστουγεννιάτικες γυάλινες σφαίρες με το χιόνι: όσο προσπαθούσε να αποσείσει τις βλακείες που την κατέκλυζαν, τόσο πιο πολλές ξεσηκώνονταν και θόλωναν την εικόνα. Τα δευτερόλεπτα της κοινωνικά αποδεκτής παύσης σε μια τηλεφωνική συνομιλία εξαφανίζονταν ταχύτατα μέσα στη μαύρη τρύπα που είχε ανοίξει το παράλογο της υπόθεσης. Η φωνή από την άλλη άκρη της σύνδεσης –όποια και να ’ταν, όπου και να ’ταν– φάνηκε να συμμερίζεται την άποψή της.
– Παρακαλώ; είπε ανυπόμονα. Λέγετε;
«Άσε, δεν λέγεται», σκέφτηκε η Γωγώ, και έδωσε επιτέλους το νοερό χαστούκι στον εαυτό της για να συνέλθει.
– Κύριε Καρύδη, γεια σας. Ονομάζομαι Γωγώ Δασκαλάκη…
Η σιωπή που έφτανε όμως τώρα στ’ αυτιά της από το ακουστικό ήταν πολύ διαφορετική από τη σιωπή της αναμονής: ήταν η σιωπή της κλειστής γραμμής.
– Κύριε Καρύδη, μ’ ακούτε; Κύριε Καρύδη;
«Καρύδια!» σκέφτηκε η Γωγώ. Της το είχε κλείσει.
Η Γωγώ ξαναβρήκε στο μενού τις «πρόσφατες κλήσεις» και ξαναπάτησε τον τελευταίο αριθμό.
Το τηλέφωνο χτυπούσε, αλλά δεν απάντησε κανείς.
Η Γωγώ άφησε ψύχραιμα τη συσκευή στο τραπεζάκι κάτω από τον καθρέφτη και έριξε ένα θαυμάσιο ντιρέκτ στον τοίχο.

– Να της τηλεφωνήσω;
Ο αστυνόμος Λάμπρου συνέχισε να κοιτάζει από το παράθυρο της Αστυνομικής Διεύθυνσης, χωρίς να δίνει κανένα σημάδι αν πράγματι άκουσε την ερώτηση ή όχι. Το μόνο που κινούνταν επάνω του ήταν ο δείκτης και ο αντίχειρας του χεριού του, που πασπάτευαν το κομπολόι πίσω από την πλάτη του. Ο υφιστάμενός του όμως ήξερε να αποφεύγει τις κακοτοπιές. Η σιωπή του Λάμπρου ποτέ δεν προμήνυε τίποτα καλό, και το κομπολόι ακόμα λιγότερο. Διακριτικά, στις μύτες των στραβοπατημένων του παπουτσιών, βγήκε από το γραφείο κλείνοντας σιγανά την πόρτα.
Μόλις έμεινε μόνος, ο αστυνόμος Λάμπρου έβγαλε από την τσέπη του ένα κινητό και σχημάτισε από μνήμης ένα νούμερο.
– Έλα. Πες μου.
Για τα επόμενα πενήντα δευτερόλεπτα, ο αστυνόμος Λάμπρου άκουγε σιωπηλός.
– Εντάξει. Όπως είπαμε, γάβγισε στο τέλος, και το έκλεισε.
Άνοιξε την πόρτα του γραφείου του.
– Κοντόπουλος!
Ο ανθυπαστυνόμος με τα στραβοπατημένα παπούτσια επέστρεψε με ελαφρό –όσο του επέτρεπαν τα κιλά του– τροχάδην.
– Πάω στη Σκαφιδιά. Σε δεκαπέντε λεπτά, θα είμαι εκεί. Σε είκοσι λεπτά, πάρε τηλέφωνο την Αθηναία. Ούτε νωρίτερα ούτε αργότερα. Ενημέρωσέ την. Τους σπασίκλες του εγκληματολογικού στην Πάτρα θα τους πάρω εγώ από το δρόμο.

Στο δωμάτιό του, ο Παναγόπουλος ήταν ξαπλωμένος στο κρεβάτι με τα παπούτσια. Θα προτιμούσε να ήταν ξαπλωμένος στο κρεβάτι με κάτι άλλο –με κάποιαν άλλη, μάλλον– αλλά τι να γίνει. Δεν είχε όρεξη να σκεφτεί την υπόθεση, με τόσες μπίρες στο κεφάλι του. Μελέτησε για λίγο την περίπτωση να πάει μέχρι το μαγαζάκι του ξενοδοχείου να πάρει εφημερίδα. Την ώρα που κατέβαζε το ένα πόδι, άκουσε έναν κρότο λες και κάποιος ήταν χτισμένος μέσα στον τοίχο του δωματίου του και κοπανούσε για να βγει. Έστησε αυτί. Αντί να ακούσει όμως ξανά τον ήχο ή κάποιον παρόμοιο, άκουσε από έξω μια βαβούρα που δεν θύμιζε το συνηθισμένο πήγαιν’-έλα των τηγανισμένων από τον ήλιο τουριστών και των βραστών από τη ζέστη υπαλλήλων του ξενοδοχείου. Πλησίασε στην ανοιχτή μπαλκονόπορτα, που έβλεπε στην πίσω πλευρά των εγκαταστάσεων. Κάπου στο βάθος, στην άκρη του κήπου με το γκαζόν, διέκρινε ανθρώπους συγκεντρωμένους. Από καθαρή επαγγελματική παραμόρφωση βγήκε στο μπαλκόνι και βάλθηκε να κοιτάζει. Η απόσταση ήταν αρκετά μεγάλη και μεσολαβούσαν δέντρα, η διάθεση της σκηνής όμως έφτανε μέχρι τις κεραίες του. Κάτι είχε συμβεί εκεί κάτω.
Πήρε το κινητό του και βγήκε από το δωμάτιο. Κοντοστάθηκε μπροστά στην πόρτα της Γωγώς, το ψιλοσκέφτηκε, αλλά δεν χτύπησε. Δεν περίμενε καν το ασανσέρ. Μια γνώριμη αίσθηση αναστάτωσης τον έκανε να κατεβεί τις σκάλες τρέχοντας.
Πλησίασε στις παρυφές του μικρού πλήθους.
– Τι έγινε, ρε παιδιά; ρώτησε, χωρίς να απευθύνεται σε κάποιον συγκεκριμένα.
– Κάτι μπρήκε εντώ, απάντησε ένας Φιλιππινέζος από το κατώτερο προσωπικό. Μια κυρία έφερε εντώ σκύλο της για κακά, και αυτό άρχισε γκλύφει-γκλύφει γκαζόν πολύ. Κοιτάει κυρία μουσούντα σκύλο – κόκκινο! Αίματα!
«Ντεν έματες ακόμα. Τώρα τα μάτεις», σκέφτηκε ο Παναγόπουλος συγκρατώντας μετά βίας το χαμόγελό του.

[ Σ υ ν ε χ ί ζ ε τ α ι  την επόμενη Τρίτη, 17 Σεπτεμβρίου, αποκλειστικά στο dim/art ]

Δε σου κάνω τον άγιο — μυθιστόρημα σε συνέχειες

Το dim/art στο facebook
Το dim/art στο facebook

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Twitter. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.