—του Γιάννη Παπαθεοδώρου για τη στήλη Ανώμαλα ρήματα 

Μέσω Ουκρανίας, η Ευρώπη οδηγείται σε έναν μικρό άτυπο «ψυχρό πόλεμο». Στη Γαλλία, η εντυπωσιακή άνοδος της Ακροδεξιάς απειλεί ξανά τα θεμέλια της Γαλλικής Δημοκρατίας. Στην Αγγλία, ο Φάρατζ μιλάει ανοιχτά για μια ενδεχόμενη έξοδο της χώρας από την Ευρώπη. Το «πρόβλημα του Νότου» παραμένει ανοιχτό, με τις πληγές των Μνημονίων να δοκιμάζουν τις κοινωνίες, την ίδια ώρα που τα επιμέρους έθνη-κράτη επιχειρούν δειλά, το καθένα ξεχωριστά, τα δικά τους μικρά σχέδια ανάκαμψης. Το «γαλλογερμανικό δίδυμο» έχει σπάσει εδώ και καιρό, χωρίς να μπορεί να παίξει τον εγγυητικό του ρόλο για την πολιτική προώθηση της Ευρώπης. Και το «ευρώ», το μεγαλύτερο και πιο αποτελεσματικό εργαλείο για την οικονομική και πολιτισμική εμβάθυνση της Ευρώπης έχει βρεθεί χωρίς ανθεκτικό δίκτυ προστασίας απέναντι στη χρηματοπιστωτική παγκοσμιοποίηση των αγορών. Είναι απολύτως βέβαιo ότι οι επόμενες ευρωεκλογές θα θέσουν με τους πιο κρίσιμους όρους το μέλλον της Ευρώπης, την ώρα που, ως πολίτες «ζούμε μέσα σε ένα όνειρο που τρίζει».

Το εκρηκτικό ευρωπαϊκό κοκτέιλ έχει οδηγήσει, έως τώρα, σε εθνικές αναδιπλώσεις, στον ευρωσκεπτικισμό, στη γραφειοκρατικοποίηση των αποφάσεων που αφορούν εκατομμύρια ανθρώπους. Κανονικά οι επικείμενες εκλογές θα έπρεπε να είναι μια ευκαιρία για μια μεγάλη δημόσια συζήτηση με θέμα το μοντέλο της «κοινωνικής Ευρώπης» μέσα στην κρίση. Προς το παρόν, στη χώρα μας συζητάμε για το αν θα κάνει κόμμα ο Μπαλτάκος, για τον καυγά Λαζόπουλου-Θεοδωράκη, για το αν ο Γλέζος θα χτυπήσει το χέρι ζητώντας τις πολεμικές αποζημιώσεις από τη Μέρκελ, για τις μειονότητες στη Θράκη και για το αν θα πρέπει να λειτουργήσει τζαμί στην Αθήνα. Ο μανδύας μιας ιδιάζουσας εθνικής απομόνωσης, το ευρύχωρο φόρεμα του πιο επαρχιώτικου παλαιοκομματικού διπολισμού που μας έλαχε, εμποδίζει, για άλλη μια φορά, τον διάλογο για το «ποια Ευρώπη θέλουμε». Την ώρα που είναι καίριο και κρίσιμο να φτιαχτεί ένας δημόσιος ευρωπαϊκός χώρος συζήτησης και διαλόγου για τη δημοκρατική κινητοποίηση και συμμετοχή των πολιτών, η μεν κυβέρνηση ταυτίζεται με τη στενή της κομματική ευρωπαϊκή νεοφιλελεύθερη ομάδα, η δε αντιπολίτευση έχει χαθεί μέσα στο λαβύρινθο των αντιευρωπαϊκών διλημμάτων της∙ όπως αυτό που έθεσε προσφάτως ο κ. Τσίπρας στον παραληρηματικό λόγο του στην Κρήτη: «Με την Ελλάδα ή με την Βαυαρία, με την ομαλότητα ή με την ανωμαλία».[1]

Πράγματι, η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι στην καλύτερη στιγμή της. Πολιτικά, ωστόσο, δεν παύει να είναι το μεγάλο «σχολείο της πολυπλοκότητας», όπως προσφυώς την έχει χαρακτηρίσει ο Daniel Cohn-Bendit, για να προσθέσει αμέσως μετά: «παρά τις ατέλειες της, η Ευρωπαϊκή Ένωση αποτελεί σήμερα το μόνο λειτουργικό παράδειγμα υπερεθνικής δημοκρατίας στον κόσμο, δηλαδή μιας δημοκρατίας που επικρατεί σε πλαίσιο ευρύτερο από αυτό ενός εθνικού κράτους»,[2] πασχίζοντας να διαμορφώσει, ατελώς έστω, μια νέα έννοια δημόσιου συμφέροντος. Κληρονομώντας θεσμούς που έχει και επινοώντας θεσμούς που δεν έχει, η Ευρώπη σήμερα θα ήταν σήμερα η μόνη δυνατή απάντηση για μια υπερεθνική πολιτική δράση σε τομείς όπως η κοινωνική αλληλεγγύη, η εναλλακτική ενέργεια, η γνώση, η έρευνα, η οικολογία, η πολυπολιτισμικότητα. Η Ευρώπη, ως ζωντανό εργαστήρι μιας «αγωνιστικής» δημοκρατίας, με συγκρούσεις, εντάσεις και διαφωνίες αλλά με ένα κοινό όραμα για περισσότερη οικονομική και πολιτική ολοκλήρωση είναι η μόνη λύση ακόμη και στα προβλήματα που δημιούργησε η ίδια με τις ανεπάρκειες και της εξαρτήσεις της.

Όσοι έχουν μια στοιχειώδη ιστορική αίσθηση γνωρίζουν πως η ιστορία της Ευρώπης είναι η ιστορία μιας δύσκολης συμφιλίωσης που δεν γεννήθηκε μόνο μέσα από την εξισορρόπηση οικονομικών συμφερόντων αλλά και μέσα από το μεταπολεμικό τραύμα του Ολοκαυτώματος. Για αυτό και οι αξίες της υπερβαίνουν κατά πολύ το αρχικό «σύμφωνο του χάλυβα». «Το παρελθόν της Ευρώπης σέρνει πίσω του ένα μουσείο τρόμου», όπως σωστά επισημαίνει ο Cohn-Bendit, αλλά και τη φεντεραλιστική κληρονομία ενός συμβολαίου για μια ειρηνική ευημερία με χαρακτηριστικά κοσμοπολιτικού διαφωτισμού. Θα ήταν κρίμα η δυσπιστία προς τους σημερινούς ευρωπαϊκούς θεσμούς να οδηγήσει τους έλληνες ψηφοφόρους στην ιδέα ότι η Ευρώπη είναι κάτι μακρινό, εχθρικό, και αδιάφορο. Τα προβλήματα δε λύνονται ούτε με συζητήσεις καφενείου, ούτε με αφορισμούς και στερεότυπα. Αντιθέτως, τώρα είναι η ώρα να συζητήσουμε για την ανασυγκρότηση της Ευρώπης∙ τώρα είναι η ώρα για να αλλάξουμε την πολιτική στην Ελλάδα και στην Ευρώπη, με την Ελλάδα στην Ευρώπη, με περισσότερη προοδευτική Ευρώπη.

exterior1

[1] http://www.naftemporiki.gr/story/798958/okseia-epithesi-al-tsipra-ston-prothupourgo

[2] DanielCohn-Bendit, Τι να κάνουμε ;, μτρφ. Μελίττα Γκουρτσογιάννη, Κέδρος, Αθήνα, 2010, σ. 141.

* * *

Εδώ άλλες αναρτήσεις από τη στήλη Ανώμαλα ρήματα