«Συνθέτω αφηγήσεις, αλλά με ήχους»

—του Ηλία Μαγκλίνη—

Τον χειμώνα του 2007 είχα από περιέργεια πάει στο Gagarin 205 Live Music Space για μια συναυλία, από αυτές που ο γνωστός χώρος δεν συνήθιζε αλλά που, εντέλει, δεν ήταν τυχαίο ότι πραγματοποιήθηκε εκεί: ο γερμανικής καταγωγής Βρετανός συνθέτης Μαξ Ρίχτερ θα εμφανιζόταν για μία και μοναδική βραδιά, με πενταμελές σύνολο εγχόρδων, το πιάνο και τα ηλεκτρονικά του πλήκτρα, ερμηνεύοντας μιαν ανθολογία από τα πρώτα τρία άλμπουμ που είχε έως τότε κυκλοφορήσει. Έφυγα από τη Λιοσίων με ένα αίσθημα ανακάλυψης μιας άγνωστης, συναρπαστικής νέας ηπείρου και πολύ σύντομα απέκτησα όλα του τα έργα, παρακολουθώντας ανελλιπώς την πορεία του.

Επτά χρόνια μετά, ο 47χρονος μουσικός επιστρέφει στη χώρα μας και στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης, αυτή την Τετάρτη, 17 Σεπτεμβρίου, όπου και θα ερμηνεύσει τη δική του μεταγραφή των κοσμαγάπητων όσο και χιλιοπαιγμένων «Τεσσάρων Εποχών» του Βιβάλντι, που σημείωσε μεγάλη επιτυχία (το άλμπουμ κυκλοφορεί από την Deutsche Grammophon).

Κόσμοι, ατμόσφαιρες

Ποιος ακριβώς όμως είναι ο Μαξ Ρίχτερ; Όπως είχαμε ξαναγράψει και παλαιότερα, είναι ένας από τους πλέον ατμοσφαιρικούς, σύγχρονους avant garde συνθέτες, με ερεθιστικούς αλλά ουσιαστικούς πειραματισμούς. Εδώ και χρόνια, επιδίδεται σε μια μουσική πλούσια σε συναίσθημα, γυμνή όμως από περιττά βάρη. Το σημαντικότερο είναι ότι με τις μουσικές του ο Ρίχτερ φτιάχνει «κόσμους»: ο ακροατής έχει την αίσθηση ότι η μουσική αφηγείται μια ιστορία, γι’ αυτό και έχει ειπωθεί ότι συνθέτει «φανταστικά soundtracks». Μελωδικός αλλά ποτέ μελιστάλαχτος, ο Ρίχτερ περιγράφει το έργο του ως «σκληροπυρηνικό μοντερνισμό», μνημονεύοντας ως μέγιστη επιρροή τον Ιάνη Ξενάκη. Μεταξύ των άλλων όμως, και τηρουμένων των αναλογιών, η μεγάλη διαφορά ανάμεσά τους είναι ότι ο Ρίχτερ δεν φοβάται τη μελωδία, αλλά την αναδεικνύει μέσα από έναν ιδιαίτερο συνδυασμό κλασικού και ηλεκτρονικού ήχου, με έντονα στοιχεία της ambient σχολής.

Γεννημένος το 1966 στη Γερμανία, ο Ρίχτερ σπούδασε πιάνο και σύνθεση στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου και στη Βασιλική Ακαδημία Μουσικής του Λονδίνου, ενώ δάσκαλός του για κάποιο διάστημα στη Φλωρεντία υπήρξε ένας πρωτοπόρος συνθέτης του 20ού αιώνα, ο Λουτσιάνο Μπέριο.

Σε γραπτή συνομιλία που είχαμε μαζί του, ο κ. Ρίχτερ μάς εξήγησε ότι «ως μουσικοί ζούμε εν πολλοίς στη χώρα της οποίας τη μουσική κουβαλάμε μέσα μας – και αυτό είναι ένα απολύτως προσωπικό μουσικό τοπίο. Η δική μου εκδοχή αυτού του τοπίου περιλαμβάνει την Αναγέννηση, την ηλεκτρονική μουσική από τις απαρχές της ακόμα, το μετα-ροκ, την ψυχεδέλεια των 60s, όπως και τους Ευρωπαίους μοντερνιστές του δευτέρου μισού του εικοστού αιώνα – Μπουλέζ, Ξενάκη, Μπέριο (από τον οποίο διδάχθηκα σύνθεση στη Φλωρεντία). Ειδικά σε ό,τι αφορά την κλασική μουσική, αγαπώ τον Μπαχ, τον Πέρσελ, τους Ελισαβετιανούς, τον Μοντεβέρντι, τον Σούμπερτ, τον Μάλερ, για να αρκεστώ μόνον σε αυτούς».

Ως προς την ποπ και άλλα σύγχρονα ακούσματα; Ο Ρίχτερ έχει δηλώσει ότι τρέφει ιδιαίτερη αδυναμία στην Τζόνι Μίτσελ, τον Μορικόνε, τον Νίνο Ρότα και τους Pink Floyd, αλλά και τους εκπληκτικούς συμπατριώτες του Kraftwerk. «Οι μεγάλες μου επιρροές έχουν προέλθει από την πιο τρελή πλευρά της ποπ κουλτούρας, από το πανκ και από κάθε είδους πειραματική μουσική. Στην πραγματικότητα, μου αρέσουν τα πάντα. Μου αρέσει η μουσική η οποία συνιστά τη βιογραφία μου και η μουσική που γράφω είναι η μουσική που θα έγραφε κάποιος με τη δική μου βιογραφία – οι καλλιτέχνες είναι κάπως έτσι, νομίζω».

Ο Μαξ Ρίχτερ όμως στέκεται και στη σημαντική επιρροή που έχει πάνω του και ο κινηματογράφος: Αντρέι Ταρκόφσκι, «400 χτυπήματα», «2001», «Νάσβιλ», «Φάνι και Αλέξανδρος». «Είμαι επίσης βιβλιοφάγος», μου έγραψε. «Πέρεκ, Ζέμπαλντ, Μουρακάμι, Ρόμπερτ Μπέρτον, Γεωργία Ελιοτ, Ρώσοι συγγραφείς, πολλή ποίηση επίσης. Για μένα, η μουσική είναι ένας τρόπος να λέω ιστορίες, οπότε με συνδέουν πολλά με τη λογοτεχνία και άλλες μορφές αφήγησης, όπως είναι βεβαίως ο κινηματογράφος. Είμαστε ένα είδος που μας αρέσουν οι ιστορίες». Σημειωτέον, ο Μαξ Ρίχτερ έχει μακρά τριβή με την κινηματογραφική μουσική και ειδικά η δουλειά του στο ισραηλινό κινηματογραφικό κόμικ «Βαλς με τον Μπασίρ» είναι εξαιρετική.

Ηχογραφήσεις της NASA

Κάπου είχα επίσης διαβάσει ότι ένας από τους πλέον αγαπημένους του δίσκους είναι η αυθεντική ηχογράφηση της NASA από τις προσσεληνώσεις του 1969-1972. Κατά την ηλεκτρονική συνομιλία που είχαμε, βρήκα την ευκαιρία να τον ρωτήσω σχετικά με αυτό. Όπως μου έγραψε, «οι αποστολές στη Σελήνη είναι μια από τις πρώτες αναμνήσεις της ζωής μου, οπότε οι ήχοι τους ήταν ένα είδος θεμελίου λίθου για μένα». Διόλου τυχαία, με τέτοιους ήχους ξεκινάει το έξοχο άλμπουμ του «Infra» (2010), ενώ στα επίσης εκπληκτικά «Memoryhouse» (2002), «The Blue Notebooks» (2004) και «Songs from Before» (2006), η μουσική διαπλέκεται με ηχογραφημένες απαγγελίες ποιημάτων, όπως της Μαρίνας Τσβετάγιεβα ή με αποσπάσματα κειμένων του Κάφκα και του Μουρακάμι, με ανάγνωση από την Τίλντα Σουίντον και τον Ρόμπερτ Γουάιατ.

Οι «Τέσσερις Εποχές»

«Για μένα, η σύνθεση είναι ένα πείραμα», τονίζει ο Γερμανός συνθέτης που ζει στο Εδιμβούργο. «Ένα είδος ερευνητικού προγράμματος προκειμένου να δω αν μπορώ να ανασύρω κάποιο νόημα μέσα από το χάος της ζωής, φτιάχνοντας ήχους. Πρόκειται για ένα πρότζεκτ που αποσκοπεί στη μείωση της εντροπίας. Φυσικά, κάτι τέτοιες προσπάθειες πετυχαίνουν εν μέρει, αλλά προκύπτουν πηγαία από μέσα μου, η δουλειά μου βγαίνει μέσα από τις βιωμένες εμπειρίες μου και την ιστορία του κόσμου μας, του σημερινού μα και του περασμένου».

Όσο για τις «Τέσσερις Εποχές» του Βιβάλντι, που ο κ. Ρίχτερ θα ερμηνεύσει στη Θεσσαλονίκη, «ήταν ό,τι πιο δύσκολο έχω κάνει έως τώρα. Πόσος Βιβάλντι και πόσος Μαξ θα μπει σε κάθε κομμάτι. Ένιωθα λες και ήμουν σε ένα είδος αέναης διαπραγμάτευσης με το αυθεντικό έργο. Στο τέλος, απλώς άφησα να με οδηγήσει το ίδιο το υλικό, να με πάει εκεί όπου ένιωθα ότι ήθελα να πάει. Η δική μου προσωπική αίσθηση και ατμόσφαιρα είναι κάτι που δεν μπορώ να ελέγξω – υποθέτω αυτό είναι που λέμε “προσωπικό ύφος” και στην περίπτωσή μου αυτό συμβαίνει χωρίς να το θέλω».

​​Reworks Festival Opening Concert: Max Richter: Vivaldi Recomposed, The Four Seasons. 17 Σεπτεμβρίου, Μέγαρο Μουσικής, Συμφωνική Ορχήστρα Δήμου Θεσσαλονίκης.

Σύνθεση / πιάνο / πλήκτρα: Max Richter, μουσική διεύθυνση: Χάρης Ηλιάδης, σολίστ: Γεώργιος Κανδυλίδης (βιολί). Θα δοθούν δύο παραστάσεις (20.30 και 22.00).

Τιμές εισιτηρίων: 20 ευρώ προπώληση / 25 ευρώ στο ταμείο. Περιορισμένος αριθμός εισιτηρίων ανά παράσταση.

Προπώληση εισιτηρίων από τα καταστήματα Vodafone και online από το http://www.tickethour.com

Πηγή: Καθημερινή

* * *

Εδώ άλλες αναρτήσεις από την κατηγορία Συναυλίες < Προτάσεις

Το dim/art στο Facebook
Το dim/art στο Facebook

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Twitter. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.