Όταν η Jo Broughton έφυγε σε νεαρή ηλικία από το πατρικό της στο Έσεξ για να γίνει καλλιτέχνης, συνειδητοποίησε ότι πρέπει κάπως να ζει και να χρηματοδοτεί τις σπουδές της στο Royal College of Art. Απάντησε σε μια αγγελία που ζητούσε βοηθό φωτογράφου, χωρίς να πολυεξετάσει τις λεπτομέρειες· βρέθηκε έτσι σε μια εταιρία παραγωγής ταινιών πορνό, πράγμα που της βγήκε σε καλό, αφού βρήκε με τη μία δουλειά, στέγη και υλικό: έπιασε δουλειά στο στούντιο, ως καθαρίστρια μετά το γύρισμα, την άφησαν να ζει εκεί, έμαθε φωτογραφία και απέκτησε πρόσβαση σε αυτό που έμελλε να γίνει το αντικείμενο της πρώτης της έκθεσης: οι άδειοι χώροι και τα σκηνικά μετά το γύρισμα της τσόντας.
«Το στούντιο αυτό είναι το μόνο πραγματικό σπίτι που έχω γνωρίσει, ένας χώρος ασφάλειας, ηρεμίας και, κυρίως, αποδοχής», λέει η Jo. «Ναι, κατά καιρούς είχα θέμα με το τι γινόταν σε αυτόν τον χώρο, τι σήμαινε για την αντιμετώπιση της γυναίκας ως αντικειμένου. Κρατούσα κρυφή τη σχέση μου με τη βιομηχανία της πορνογραφίας, ήταν κάτι σαν ένοχο μυστικό, χωρίς το οποίο όμως δεν θα μπορούσε να κάνω αυτά που ήθελα. Δεν μπορώ να πω ότι έχω συμφιλιωθεί με την ιδέα της βιομηχανίας του πορνό· έχω πάντως αποδεχτεί το γεγονός ότι κάθε νόμισμα έχει δύο πλευρές».
Στο Empty Porn Sets η προσέγγισή της είναι ντοκιμαντερίστικη (κάτι που, σύμφωνα με την ίδια, ισχύει γενικά στη δουλειά της) και αποστασιοποιημένη. Αποφεύγει την κρίση ή την αξιολόγηση. Οι λεπτομέρειες που μαρτυρούν τη δραστηριότητα που έχει προηγηθεί στον χώρο και, κυρίως, η κραυγαλέα του κενότητα είναι τα εργαλεία της· το σχόλιο αφήνει να το κάνει ο θεατής.
«Ως καθαρίστρια έβλεπα τους χώρους και τα σκηνικά στο απρόσωπο και ισοπεδωτικό φως της μέρας. Ήταν κάπως σαν να βρισκόμουν στη σκηνή κάποιου εγκλήματος. Αναπόφευκτα είχα να αντιμετωπίσω σωματικές εκκρίσεις, κάτι που με έφερνε σε επαφή με το δικό μου το σώμα και με την ανθρώπινη διάσταση των ηθοποιών που είχαν δουλέψει νωρίτερα μπροστά στην κάμερα. Εν τέλει, πάντως, μάθαινα την τέχνη μου, προσπαθώντας να καταλάβω πώς λειτουργεί το φως και τι πρέπει να κάνει κανείς για να βγάζει καλές φωτογραφίες».
* * *