Κατηγορία: Ρακοσυλλέκτης

  • Λαογραφία

    Λαογραφία

    —του Στέλιου Φραγκούλη— Μέσα στο τελειωμένο περιβόλι, το σκιάχτρο ρίχνει τον ίσκιο του. Πέρασε το καλοκαίρι, πέρασε κι ο Σεπτέμβρης. Του χρόνου πάλι, θα ‘ρθουν να ξαναστήσουν ό,τι έχει απομείνει —σκιάχτρο— απ’ τους αέρηδες και τις βροχές. Θα ‘ρθουν με άλλο παλιό καπέλο, άλλα ρούχα, καρφιά… Θα το κουβαλήσουν στην άκρη για να το φτιάξουν…

  • Ο γέρος είναι θεός και κουράστηκαν τα μάτια του

    Ο γέρος είναι θεός και κουράστηκαν τα μάτια του

    —του Στέλιου Φραγκούλη— Λιγόστεψαν τα φαινόμενα, είπε ο παππούς σε μια μύγα που ανέβαινε επίμονα στις άκρες τον δαχτύλων του, τα παλιά ακροδάχτυλα. Τώρα κάνει ησυχία. Όλα είναι ήσυχα πια. Σαν ένα ενυδρείο οι ζωντανοί και τα όνειρά τους. Δε χρειάζεται να ξέρω τίποτα πια, όλα ήταν μια παρόρμηση, φερθήκαμε πολύ κουτοπόνηρα και οι πιο…

  • Από Αλβανία

    Από Αλβανία

    —του Στέλιου Φραγκούλη— Κλόουν. Τον αναγνώρισα από παλιά που ήταν σε άλλο φανάρι αμεταμφίεστος. Κάτι τατουάζ πρασινωπά, φυλακίσια, πολύ σγουρό μαλλί που κάλυπτε τον αυχένα, κοίταζε πέρα σαν πειρατής, ένα βλέμμα κληρονομημένο, αχρείαστο στην τωρινή του κατάσταση, μα σαν πουλί ελεύθερο έφευγε προς το πέρα, τον ήλιο, τον ουρανό, το ανοιχτό και αμέσως επέστρεφε στο…

  • Σκέψεις στο μέσα δωμάτιο

    Σκέψεις στο μέσα δωμάτιο

    —του Στέλιου Φραγκούλη— Συννεφιάζει. Άναψε το πορτατίφ. Ο Άγγελος σηκώθηκε, ακούγεται το κουτάλι στο μπρίκι, φτιάχνει τον καφέ του. Έχω πει του ψαρά να μου κρατήσει ένα κιλό γάβρο, αν φέρει. Να τον κάνω στο φούρνο, λεμονάτο. Τα περιστέρια τρώνε κρέας, μαύρα από τα καυσαέρια, μουσκεμένα από τη βροχή, τριγυρίζουν στα πεζοδρόμια. Όταν ήμουν —πόσο…

  • Ήχος από ίσκιους λέξεων

    Ήχος από ίσκιους λέξεων

    —του Στέλιου Φραγκούλη— Όλα έκαναν θόρυβο. Το μυαλό ήταν διεγερμένο από μόνο του. Ο ήρεμος γιαλός τις νύχτες με τον ήσυχο φλοίσβο του, μονότονος απομονωνόταν και άκουγα τη βουή μυριάδων καρδιών και του αίματός τους. Ο κόσμος έρρεε. Η συγκίνηση που απέδιδα σε ορισμένα πρόσωπα είχε κι αυτή τον ήχο της. Κάπως σαν κοχύλι. Φυσικά…

  • Η ώρα της σοκολάτας

    Η ώρα της σοκολάτας

    —του Στέλιου Φραγκούλη— Το πεζοδρόμιο ήταν στενό, οι νεραντζιές ακλάδευτες, έπρεπε να σκύβω και να πηγαίνω τοίχο-τοίχο. Πόσο δύσκολα βγαίναμε για δουλειές όταν το παιδί ήτανε μικρό, στο καρότσι. Βλέπω ηλικιωμένους που αγριεμένοι γνέφουν στους οδηγούς γιατί τα σκεβρωμένα τους κορμιά δεν είναι ικανά να τραβηχτούν στην άκρη αν γίνει καμιά στραβοτιμονιά… Στην Αθήνα τα…

  • Δε με λένε Βαγγέλη

    Δε με λένε Βαγγέλη

    —του Στέλιου Φραγκούλη— Θυμάμαι ένα χαμόγελο σαν όψη άστρου που φτάνει σε εμάς χρόνια αμέτρητα σβησμένο. Ασήμαντο σε ποιον ανήκει… Δε με λένε Βαγγέλη, γι’ αυτό πάω στην παρέλαση. Κάθε χρόνο. Μ’ αρέσει πώς σταματάνε τα αυτοκίνητα, βάζουν στη μέση του δρόμου περιπολικά και οι αστυνομικοί πίνουν εκεί τον καφέ τους. Περιμένω μαζί με τους…

  • Στη μούρη του θανάτου

    Στη μούρη του θανάτου

    —του Στέλιου Φραγκούλη— Η πρώτη γουλιά ουίσκι, Πέμπτη 12:13 μεσάνυχτα, έχει στον ουρανίσκο τη γεύση ουράνιου τόξου. Έπαιζα τα παγάκια στις χούφτες μου σα ζάρια, τα ‘ριξα στο ποτήρι με θόρυβο και μετά το ξανθό ποτό ακούστηκε «γκλούκου-γκλούκου-γκλούκου». Μια μέρα η σημερινή, τόσο ηλίθια ήταν, μα πέρασε. Κάθισα το μεσημέρι σε ένα παγκάκι και κοίταζα…

  • Το όνειρο του Εσκιμώου

    Το όνειρο του Εσκιμώου

    —του Στέλιου Φραγκούλη— Κάποιος άγνωστος πατέρας με πλήρη άγνοια επί παντός επιστητού παρηγορούσε τον κρυολογημένο γιο του. Τον είχε αγκαλιά στην πολυθρόνα και του τραγουδούσε παλιά προσκοπικά τραγουδάκια και της Κατοχής, πού ‘λεγε παλιά ο δικός του πατέρας. — Μπαμπά, θέλω παραμύθι. — Χμ… — Με Εσκιμώους… — Χμ… Οι μέρες είναι για τους Εσκιμώους χαμένη…

  • Στη θάλασσα

    Στη θάλασσα

    —του Στέλιου Φραγκούλη— Στο κουβαδάκι ένας κοκοβιός ανοιγόκλεινε τα βράγχιά του πασχίζοντας ν’ ανασάνει. Δυο δάχτυλα νερό μες στον ήλιο. Ο πιτσιρίκος ψάρευε αλειμμένος αντηλιακά, με το πλατύγυρο καπέλο ως τα φρύδια και γύρω του διάφορα ταπεράκια που κάθε τόσο τού κατέβαζαν θείες, γιαγιάδες και ο παππούς. Στην άκρη του ξύλινου μόλου, εγώ. Εικοσάρης, γυμνασμένος,…

  • Αν και θεοί

    Αν και θεοί

    —του Στέλιου Φραγκούλη— Άλλη μια γουλιά μένει. Ένα φτερωτό γουρούνι προτρέπει να ανοίξω το ζαμπόν στα πεταχτά και να χάψω ένα κομμάτι δένοντας τα κορδόνια μου. Τρέχω να προλάβω. Η λαϊκή στο τέλος έχει ψάρια. Ο ψαράς, στα πρώτα γεράματα, με γαλότσες και πριαπισμό θα πεθάνει. Το βλέπω καθώς μού ξαντεριάζει τα σαφρίδια. Τα έχει…

  • Η πρόληψη του θανάτου

    Η πρόληψη του θανάτου

    —του Στέλιου Φραγκούλη— Ένας αρρωστιάρικος βόμβος αγωνιών το «σαλονάκι» του νοσοκομείου. «Βρήκαμε και αιμοπετάλια». «Φύλαξε λίγο την τσάντα να πάω να κάνω μια ερώτηση, ε;» Γέροι με αδειασμένα βλέμματα είμαστε όλοι από την ανεπαίσθητη διαρροή του χρόνου. Εδώ έρχονται σαν τα χέλια και γεννούν τις ελπίδες τους. «Ο κύριος Συρίγος;» «Εδώ, εδώ». Αφύσικα ζωντανοί. Τα…