Οι Αόρατοι

Μια ταινία για τα gay ζευγάρια του μεσοπολέμου

—της Μυρσίνης Λιοναράκη—

invisibles_11

Ο Sebastien Lifshitz ξεκίνησε ως φωτογράφος και γρήγορα το γύρισε στην κινηματογραφία. Αγαπημένα του θέματα ήταν και παραμένουν η ομοφυλοφιλία, οι περιθωριακές ομάδες και η ελευθερία. Η τελευταία του ταινία Οι Αόρατοι (Les Invisibles) έκανε πρεμιέρα πέρσι στο φεστιβάλ των Καννών και κέρδισε αμέσως τις εντυπώσεις και τα φώτα της δημοσιότητας.

Πρωταγωνιστές του είναι γυναίκες και άντρες που γεννήθηκαν την περίοδο του μεσοπολέμου και που φαινομενικά δεν έχουν κανένα κοινό στοιχείο μεταξύ τους. Κι όμως, είναι όλοι ομοφυλόφιλοι και τόλμησαν να επιλέξουν να ζήσουν ανοιχτά σε μια εποχή που η κοινωνία δεν ήταν καθόλου μα καθόλου έτοιμη για αυτό.

Ο Yann, ο Pierre, ο Bernard, ο Jacques, ο Pierrot, η Thérèse, ο Christian, η Catherine, η Elisabeth, η Monique και ο Jacques αγαπήθηκαν, λοιδορήθηκαν, πόθησαν και ερωτεύτηκαν — και σήμερα, στην όγδοη δεκαετία της ζωής τους πια, περιγράφουν στον φακό πώς ήταν μία ζωή χωρισμένη ανάμεσα στην ανάγκη και στην υποχρέωση, στο θέλω και στο πρέπει τους.

Η ιδέα ξεκίνησε τυχαία. Ο Lifshitz είχε από μικρός τη μανία να συλλέγει παλιές φωτογραφίες. Χανόταν στα παζάρια και σκάλιζε τις πραμάτειες των μικροπωλητών, μπαίνοντας στα σπίτια και στις ιστορίες του παρελθόντος μέσα από τις φωτογραφίες και τα οικογενειακά άλμπουμ. Μία μέρα, έπεσε πάνω σε ένα άλμπουμ της δεκαετίας του ’50 με φωτογραφίες δύο όμορφων νέων γυναικών με αριστοκρατικό στυλ. Αρχικά αναρωτήθηκε αν ήταν αδερφές, φίλες ή ερωμένες. Ο παλιατζής είχε ακόμα δέκα άλμπουμ τους, όλα Kodacolor. Τα αγόρασε, πήγε στο σπίτι του, τα άπλωσε στον καναπέ του και άρχισε να μελετάει τις φωτογραφίες στις οποίες επανέρχονταν οι δύο νέες γυναίκες. Κατέληξε ότι οι δύο τους ήταν αληθινό ζευγάρι και προσπάθησε να στήσει στο μυαλό του την ιστορία τους.

invisibles_09

Όπως αναφέρει σε συνέντευξή του στη Liberation, υπάρχει μια κοινωνική και ιστορική πραγματικότητα της ομοφυλοφιλίας πιο σύνθετη και μοναδική από όσο φαίνεται. Ο ίδιος σκέφτηκε ότι ο καλύτερος τρόπος για να επιβεβαιώσει τη θεωρία του αυτή ήταν να κάνει μία ταινία όπου άνθρωποι που σήμερα έχουν περάσει τα 80 τους χρόνια θα περιγράφουν αυτό που ο ίδιος ονομάζει «αόρατη ευτυχία» — την ευτυχία τού να είσαι διαφορετικός. Και έτσι ξεκίνησε το δύσκολο ταξίδι του: να εντοπίσει πρόσωπα που απεικονίζονται σε φωτογραφίες ανώνυμων, ανώνυμα και αυτά.

Όπως γράφτηκε και σε μία εξαιρετική κριτική σε γαλλική εφημερίδα, Οι Αόρατοι εξερευνούν την ομοφυλοφιλική μνήμη πριν το 1968 με πρόσωπα ρυτιδιασμένα πια, χωρίς κανένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό να τους διαφοροποιεί από άλλους ή να τους συνδέει μεταξύ τους. Απλοί άνθρωποι που αυτό που τους έκανε αόρατους για δεκαετίες, είναι ακριβώς αυτό που ο Lifshitz προσπάθησε να αναδείξει: η αγάπη τους για τα άτομα του ίδιου φύλου. Η αφήγηση γίνεται βασικά από τους ίδιους τους πρωταγωνιστές της ταινίες που περιγράφουν, ο καθένας με τα δικά του λόγια, τις ιστορίες τους —τη διαδρομή τους, τον κοινωνικό τους περίγυρο, τις επιλογές τους, τους ερωτικούς πειραματισμούς τους, τις μάχες τους. Σε μία εποχή που ο όρος «gay» δεν είχε ακόμα καν εισχωρήσει στο λεξιλόγιο της κοινωνίας, αυτοί ανακάλυπταν την κρυφή ηδονή και προσπαθούσαν να πείσουν πρώτα τους εαυτούς τους ότι η επιθυμία τους είναι κάτι το φυσιολογικό.

Το σλάιντ απαιτεί την χρήση JavaScript.

Κάποιοι από τους πρωταγωνιστές της ταινίας υπήρξαν μάχιμοι ακτιβιστές της εποχής τους, άλλοι προτίμησαν να μείνουν διακριτικά στο σκοτάδι της παρανομίας. Οι ιστορίες τους είναι γοητευτικές και ο τρόπος που σήμερα πια τις διηγούνται προσδίδει σε αυτές μια επιπλέον γλυκύτητα. Οι κριτικοί κάνουν λόγο για μυθιστορηματικές φιγούρες και θρυλικές ζωές. Αόρατοι και όμως ορατοί, φυσιολογικοί και όμως περιθωριακοί. Η Monique, η γλυκιά πρωταγωνίστρια (μία «μοντέρνα γιαγιά» για τα μάτια των πολλών σήμερα) περιγράφει πόσο ενεργή ήταν στις μάχες invisibles_10και στις διεκδικήσεις του gay κινήματος και δηλώνει ότι, αν και στην κοινωνία ιδίως οι λεσβίες γυναίκες ήταν κάτι παραπάνω από αόρατες, όταν η σπίθα άναψε «κάναμε ότι περνούσε από το χέρι μας για να γίνουμε ορατές».

Η διαδικασία επιλογής των πρωταγωνιστών του μόνο εύκολη δεν ήταν για τον Lifshitz. Αφιέρωσε ενάμιση χρόνο στη διάρκεια του οποίου συνάντησε συνολικά 70 ανθρώπους. Για να μπορέσει να αποφασίσει, έθεσε κάποια βασικά κριτήρια. Έψαχνε λοιπόν δυνητικούς πρωταγωνιστές που να μην φοβούνται την κάμερα, κάτι το οποίο, όσο κι αν ακούγεται απλό, δεν ήταν καθόλου. Επίσης το έργο του απαιτούσε να έχουν κρατήσει ενθύμια, όπως φωτογραφίες, γράμματα κ.ά., για την καλύτερη κινηματογραφική αναπαράσταση της κάθε ιστορίας. Αν λάβουμε υπόψη ότι οι περισσότεροι έκαιγαν και εξαφάνιζαν κάθε τέτοιο στοιχείο που μαρτυρούσε το παρελθόν τους, ούτε αυτό ήταν εύκολο. Αλλά επειδή τα κριτήριά του δεν αφορούσαν μόνο την ιστορία αλλά και την εικαστική προσέγγιση του θέματος, έψαχνε για ανθρώπους που ο τόπος κατοικίας τους να προσφέρει κινηματογραφικό ενδιαφέρον. Γι’ αυτό και τσέκαρε τη διαμόρφωση των σπιτιών, τη φύση και τα γύρω τοπία ποντάροντας πολύ στο κινηματογραφικό φόντο της κάθε σκηνής.

Η ταινία του Lifshitz απέκτησε —ενδεχομένως και άθελά της—μια επιπλέον βαρύτητα, αφού συνέπεσε με την περίοδο όπου η γαλλική κοινή γνώμη συζητούσε για πρώτη φορά επίσημα σχετικά με την νομιμοποίηση των gay γάμων. Οι πορείες διαμαρτυρίας αλλά και οι πορείες υποστήριξης των γάμων μεταξύ ανθρώπων του ίδιου φύλου έδιναν και έπαιρναν στο Παρίσι και σε άλλες μεγάλες πόλεις της Γαλλίας.

Εδώ άλλες αναρτήσεις από την κατηγορία Σινεμά < Κάτι αλήθεια συμβαίνει εδώ

Το dim/art στο facebook
Το dim/art στο facebook

 

Σχολιάστε

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.