Γκέοργκ Λούκατς, ὁ καλλιτέχνης τοῦ κινδύνου

—τοῦ Χρήστου Νάτση— 

«Ξέρετε, θ θελα ν γράψω να δοκίμιο πο ν λέγεται Ἡ ἀπόκρυψη τοῦ συγγραφέα», επε Χόλο, νάβοντας λλο να τσιγάρο, «Γι τν συγγραφέα πο εναι κα δν εναι δ. Γι τ βιβλίο πο πάρχει κα δν πάρχει. Γι τν ναγνώστη πο εναι παρν σ να μέρος κα χι σ να λλο. Γι τ κείμενο πο λέει κα δν λέει. Γνωρίζετε τν Λούκατς;» «Τν μεγάλο μαρξιστ διανοούμενο», επα. «ν τ λέτε σες», επε Χόλο, «γ τν ποκαλ καλλιτέχνη το κινδύνου. Ξέρετε, θ μποροσε ν προλογίσει κάποιο π τ βιβλία του στ τρίτο πρόσωπο γι ν δείξει τι δν ταν διος Λούκατς πο τ εχε γράψει κα τι τ βιβλίο εχε κυκλοφορήσει τελικ μόνο π κάποια τυχ συγκυρία».

Μάλκολμ Μπράντμπερυ, Δόκτωρ Κριμινάλε [μτφ. Τίνα Θέου]

«Ὅποιος θὰ πίστευε ὅτι μπορεῖ νὰ ἐφαρμόσει στὴν ἀμερικανικὴ νεολαία τοῦ 1969 ὅ,τι λέει ἕνα βιβλίο τοῦ Λένιν γραμμένο τὸ 1920 ἤ ὅτι ἡ κριτικὴ τοῦ Λένιν στὸν [ἀριστεριστή] Ρόλαντ Χὸλατ μπορεῖ νὰ ἰσχύει καὶ γιὰ τὸν Ντοῦτσκε θὰ ἔκανε ὀλέθριο λάθος», δηλώνει ὁ Γκέοργκ Λούκατς σὲ συνέντευξή του στὴ Νew Left Review τὸ 1970, γιὰ νὰ συνεχίσει σὲ ἄλλο κείμενό του:

«Πιστεύω ὅτι αὐτὸ τὸ φοιτητικὸ κίνημα ποὺ ἀναδύεται, ὄχι μόνο στὴ Γερμανία ἀλλὰ σὲ ὁλόκληρο τὸν κόσμο, εἶναι ἕνα ἐξαιρετικὰ «θετικὸ φαινόμενο», τὸ ὁποῖο πρέπει νὰ κατανοηθεῖ ὡς τὸ προϊὸν μιᾶς ταυτόχρονης κρίσης στὰ δύο συστήματα ποὺ θριἀμβευσαν κατὰ τὸν Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο: τὸν σταλινισμὸ καὶ τὸν «ἀμερικανικὸ τρόπο ζωῆς»». [μτφ. Γεράσιμος Λυκιαρδόπουλος]

Πρὸς τὸ τέλος τῆς ζωῆς του, λοιπόν, ὁ Λούκατς, φαίνεται νὰ ἐπιστρέφει στὶς ἀρχὲς τῆς νιότης, παρὰ τὶς συμφιλιώσεις τῶν μεσοδιαστημάτων. Ἄς δοῦμε ὅμως τὴν διανοητικὴ περιπέτεια τοῦ Οὔγγρου φιλοσόφου ἀπὸ τὴν ἀρχή.

lukacs

Γεννημένος στὶς 13 Ἀπριλίου τοῦ 1885 στὴν Βουδαπέστη, γιὸς εὔπορης οἰκογένειας τραπεζιτῶν, ὁ Γκιόργκι Λούκατς θὰ μεγαλώσει σ᾽ ἕνα καθαρόαιμο ἀστικὸ περιβάλλον. Το 1902 θὰ ξεκινήσει τὶς σπουδές του στο Πανεπιστήμιο της Βουδαπέστης, ἐνῶ δυὸ χρόνια ἀργότερα θὰ συμμετάσχει στὴν ἵδρυση τῆς θεατρικῆς ὀμάδας «Θάλεια». Ἡ ἀγάπη του γιὰ τὸ Δράμα θὰ τὸν ἀκολουθήσει μέχρι τὸ τέλος τῆς ζωῆς του, ἐνῶ θὰ συμβάλει καθοριστικὰ στὶς θεωρητικὲς ἐπεξεργασίες τῆς προμαρξιστικῆς του περιόδου. Τὸ 1907 θὰ βρεθεῖ στὸ Βερολίνο, ὅπου καὶ θὰ γνωριστεῖ μὲ τὸν γερμανὸ κοινωνιολόγο Γκέοργκ Ζίμελ. Ἔχει ἀρχίσει ἤδη τὴν συγγραφὴ τῆς Ιστορίας τῆς ἀνάπτυξης τοῦ σύγχρονου δράματος ὅπως καὶ τὴν ἐπεξεργασία τῶν δοκιμίων ποὺ θὰ ἀπτελέσουν τὸ πρῶτο μεῖζον ἔργο του, τὸ ψυχ κα ο μορφές. Ὁ κατακερματισμὸς τῆς ἀστικῆς ζωῆς ἀπὸ τὴ μιά, ἡ ἀπαίτηση τῆς ὁλότητας ποὺ προβάλει μορφολογικὰ ἡ τἐχνη ἀπὸ τὴν ἄλλη: πάνω στὴ σύγκρουση αὐτοῦ τοῦ διπόλου θὰ ἀρθρωθεῖ τὸ ἔργο ὑπὸ μορφὴ δοκιμιακή. Τὸ δοκίμιο ἀναζητεῖ τὴν ὁλότητα, μέσα ὅμως ἀπὸ τὸ τυχαῖο τῆς καθέκαστης ἀφετηρίας του. Ἀφορμᾶται ἀπὸ τὸ μερικό, ἕνα βιβλίο, μιὰ στάση ζωῆς κ.λπ. καὶ προσπαθεῖ νὰ ἀνέλθει στὸ γενικό. Δὲν ἐφαρμόζει μιὰ ἔννοια ἤδη δομημένη, ἀλλὰ ἀναστοχάζεται:

«Στὸν τόμο μὲ τὰ δοκίμιά μου Η ψυχ κα ο μορφς ἐκφράζεται ἡ τάση γιὰ τὸ συγκεκριμένο στὴν προσπάθειά μου νὰ κατανοήσω τὴν ἐσωτερικὴ δομή, τὴ γενικὴ φύση ὁρισμένων τυπικῶν μορφῶν ἀνθρώπινης συμπεριφορᾶς καὶ μέσῳ τῆς παρουσίασης καὶ τῆς ἀνἀλυσης τῶν συγκρούσεων τῆς ζωῆς μὲ τὶς λογοτεχνικὲς μορφὲς νὰ συγκροτήσω ἀνάμεσά τους ἕνα πλέγμα» [μτφ. Δ. Καρύδας].

Τὸ ἔργο θὰ ἐκδοθεῖ στὴν Οὐγγαρία τὸ 1910 καὶ ἕναν χρόνο ἀργότερα στὴ Γερμανία. Οἱ θεωρητικὲς συγκρούσεις ποὺ ἀναπτύσσονται σ᾽ αὐτὸ θὰ σημαδέψουν καὶ τὴν ἴδια τὴ ζωὴ τοῦ Λούκατς: ὁ ἔρωτάς του μὲ τὴν Ἴρμα θὰ ἔχει τραγικό τέλος· ἡ ἀπόρριψη θὰ τὴν ὁδηγήσει στὴν αὐτοκτονία.

Ὡστόσο ἡ κρίση πρέπει νὰ παρέλθει:

«Εἶναι καιρὸς νὰ κλείσω τὸ ἡμερολόγιο: οἱ ἐποχὲς τοῦ συναισθηματισμοῦ ἔχουν παρέλθει. Ἐδῶ καὶ περισσότερο ἀπὸ τέσσερις μῆνες ἔχω πάψει νὰ καταχωρῶ τὸ ὁτιδήποτε. Χαίρομαι ποὺ παρήλθαν: ἦταν ἡ πιὸ ἀδύναμη περίοδός μου — ὅταν ἔγραφα στὸ ἡμερολόγιο ἦταν πάντα ἀδυναμία. Δὲν λυποῦμαι ποὺ ἦρθαν ἔτσι τὰ πράγματα: εἶμαι ἐκεῖ ποὺ ἤμουν πρίν — ὡστόσο πιὸ ψηλά. Διότι χωρὶς ὀργὴ εἶμαι μόνος καὶ σκληρὸς μὲ τρόπο πιὸ πλούσιο ἀπ’ ὅ,τι τότε. Ἕνα ὄχι-πιά-εἶναι ἐκεῖ ὅπου πρὶν ἀπὸ τὸ ἡμερολόγιο ὑπῆρχε ἕνα ὄχι-ἀκόμα». (Γκέοργκ Λούκατς, μερολόγιο, 11 Φεβρουαρίου 1911 [μτφ. Γ. Σαγκριώτης]).

lukacs0

Τὸ 1912 ὁ Λούκατς θὰ ἐγκατασταθεῖ στὴ Χαϊδελβέργη. Ασχολούμενος μὲ τὴ Φιλοσοφία της τέχνης θὰ προσπαθήσει τὰ ἑπόμενα χρόνια νὰ δώσει συστηματικὴ μορφὴ στὶς δοκιμιακὲς ἀναζητήσεις του. Παράλληλα, θὰ γνωριστεῖ μὲ τὸν Μὰξ Βέμπερ, στὸν κύκλο τοῦ ὁποίου θὰ λάβει ἐνεργὸ μέρος. Ἐκεῖ θὰ γνωριστεῖ τὸ 1914 μὲ τὸν Ἔρνστ Μπλόχ. Ἡ ἔνθερμη φιλία τους, οἱ μετέπειτα ἀπόσταση, οἱ διαμάχες — μὲ ἀποκορύφωμα αὐτὴν γιὰ τὸν ἐξπρεσσιονισμὸ μιὰ δεκαπενταετία ἐργότερα, τὰ πικρόχολα σχόλια λίγο πρὶν τὸ τέλος συνθέτουν τὸ σκηνικὸ μιᾶς μυθιστορηματικῆς σχέσης.

Ἡ ἐβραϊκὴ καταγωγὴ τοῦ Λούκατς θὰ παίξει τελικὰ ἀποφασιστικὸ ρόλο καὶ ἡ διατριβὴ ἐπὶ ὑφηγεσία του (προϊὸν τῶν πραγματεύσεων του περὶ φιλοσοφίας τῆς τέχνης σ᾽ ἕνα νεοκαντιανὸ πλαίσιο) θὰ ἀπορριφθεῖ ἀπὸ τὸ Πανεπιστήμιο τῆς Χαϊδελβέργης. Ὁ Λούκατς θὰ ἐπιστρέψει στὴν Οὐγγαρία καὶ ὑπὸ τὴν ἐπιρροὴ τοῦ ἀναρχοσυνδικαλιστὴ Ἔρβιν Ζάμπο, ὅπως καὶ τῆς Γιελένα Γκρεμπένκο, πρωτοποριακῆς ρωσίδας ζωγράφου καὶ συζύγου του ἤδη ἀπὸ τὸ 1914, θὰ προσχωρήσει στὸ Κομμουνιστικὸ Κόμμα, ἐν μιᾶ νυκτί — ὅπως ὁ Σαοὺλ μετατράπηκε σὲ Παῦλο, θὰ σχολιάσουν φίλοι του.

Ἡ μεταστροφὴ τοῦ Λούκατς δὲν εἶναι ὅμως τόσο περίεργη ὅσο φαίνεται. Ἡ ἴδια τραγικὴ σύγκρουση ἀνάμεσα στὴν ὁλότητα τῆς μορφς καὶ τὸν κατακερματισμὸ τῆς ζως θὰ συνεχίσει νὰ τὸν ἀπασχολεῖ. Μόνο ποὺ τώρα ἡ Ἱστορία ἔχει συμπεριληφθεῖ στὸ πλάνο τῆς προσέγγισης. Ἡ Θεωρία το μυθιστορήματος, ἔργο ποὺ γράφεται τὸ 1916 καὶ ἐκδίδεται σὲ μορφὴ βιβλίου τὸ 1920, ἔχει ἀνοίξει ἤδη τὸν δρόμο: οἱ κυρίαρχες λογοτεχνικὲς μορφὲς ἐξετάζονται πλέον σὲ συνάρτηση τῶν ἱστορικῶν ὁλοτήτων ἐντὸς τῶν ὁποίων ἐμφανίζονται.

Ἀκόμη ὅμως ἡ τραγικὴ σύγκρουση παραμένει ἀνεπίλυτη. Χαρακτηριστικὸ εἶναι τὸ ἀπόσπασμα ἀπὸ τὴν συλλογὴ Τακτικ κα θική, πρῶτο ἔργο τῆς μαρξιστικῆς περιόδου του Λούκατς:

«Καμία ηθικὴ δὲν μπορεῖ νὰ ἀναλάβει τὴν ὑποχρέωση τῆς ἀνακάλυψης συνταγῶν γιὰ τὸ ὀρθὸ πράττειν, τὴν ὑποχρέωση τῆς ἀποφυγῆς ἤ ἐξομάλυνσης τῶν ἀξεπέραστων τραγικῶν συγκρούσεων τοῦ ἀνθρώπινου πεπρωμένου. Ἀντίθετα, ὁ ἠθικὸς στοχασμὸς δείχνει πὼς ὑπάρχουν καταστάσεις —τραγικὲς καταστάσεις— ὅπου εἶναι ἀδύνατο νὰ πράττει κανεὶς ἀπαλλαγμένος ἀπὸ τὴν ἐνοχή. Ταυτόχρονα, ὅμως, διδάσκει ὅτι τὸ κριτήριο διάκρισης ἀνάμεσα σὲ ὀρθὴ καὶ ἐσφαλμένη πράξη ἰσχύει, ἀκόμα καὶ ὅταν ἔχει νὰ ἐπιλέξει κανεὶς ἀνάμεσα σὲ δύο τύπους ἐνοχῆς. Τοῦτο τὸ κριτήριο λέγεται θυσία. […] Ἡ ἔσχατη ἠθικὴ ρίζα [τῆς πράξης τοῦ τρομοκράτη] βρίσκεται στὸ ὅτι δὲ θυσιάζει μονάχα τὴ ζωή του γιὰ τοὺς ἀδελφούς του, ἀλλὰ καὶ τὴν ἀγνότητά του, τὴν ἠθικότητά του, τὴν ψυχή του. Μὲ ἄλλα λόγια, ἠθικῆς φύσης —κατὰ τραγικὸ τρόπο— μπορεῖ νὰ εἶναι ὁ φόνος μόνο ὅταν διαπράττεται ἀπὸ κάποιον ποὺ ξέρει χωρὶς καμία ἀμφιβολία καὶ ταλάντευση πὼς αὐτὸς δὲν μπορεῖ νὰ ἐπιδοκιμαστεῖ σὲ καμία περίπτωση. Γιὰ νὰ ἐκφράσουμε αὐτὴ τὴν σκέψη τοῦ ὔψιστου ἀνθρώπινου Τραγικοῦ μὲ τὰ ὡραῖα καὶ ἀμίμητα λόγια τῆς Ἰουδὴθ τοῦ Χέμπελ: «Ἄν ἦταν ὁ Θεὸς ποὺ τοποθέτησε ἀνάμεσα σ’ ἐμένα καὶ τὴν ἐπιβεβλημένη πράξη μου τὴν ἁμαρτία/ ποιά εἶμαι ἐγὼ ποὺ θὰ μποροῦσα νὰ τῆς ξεφύγω;»»

Τὸν Μάρτιο τοῦ 1919 ὁ Λούκατς θὰ λάβει ἐνεργὸ μέρος στὴν Οὐγγρικὴ Ἐπανάσταση. Θὰ γίνει ἐπίτροπος τοῦ λαοῦ γιὰ θέματα παιδείας καὶ ἀργότερα πολιτικὸς κομισάριος τῆς 5ης διμοιρίας. Ὁ Μισὲλ Λεβὶ σημειώνει χαρακτηριστικά:

lukacs1«Μιὰ διασκεδαστικὴ ἀλλὰ ἀπόλυτα χαρακτηριστικὴ λεπτομέρεια ἀπεικονίζει τὴ μονιμότητα τῆς ρομαντικῆς εὐαισθησίας: ἕνα ἀπὸ τὰ πρῶτα διατάγματα τοῦ Λούκατς ὑπὸ τὴν ἰδιότητά του ὡς ἐπιτρόπου τοῦ λαοῦ γιὰ τὴν Ἐκπαίδευση ἦταν (τὸν Ἀπρίλιο τοῦ 1919) ἡ θεσμοθέτηση τῆς ἀνάγνωσης παραμυθιῶν σὲ ὅλα τὰ σχολεῖα καὶ στὰ νοσοκομεῖα παίδων τῆς χώρας.» (Λύτρωση κα ούτοπία, μτφ. Θ. Παπαδόπουλος, Ψυχογιός, Ἀθήνα 2002, σ. 221.)

Ἡ ἐπανάσταση θὰ ἠττηθεῖ, ὁ Λούκατς θὰ συλληφθεῖ, ἀλλὰ θὰ ἀφεθεῖ τελικὰ ἐλεύθερος μετὰ ἀπὸ διάβημα πολλῶν διανοουμένων, ἀνάμεσα στοὺς ὁποίους καὶ ὁ Τόμας Μάν. Τὰ ἑπόμενα χρόνια ὁ Λούκατς θὰ ἀποκρυσταλώσει τὴν θεωρητική του στάση. Κάρπος τῶν ἐπεξεργασιῶν του τὸ opus magnum του, στορία κα ταξικ συνείδηση, ποὺ θὰ ἐκδοθεῖ τὸ 1923. Μὲ τὸ στορία κα ταξικ συνείδηση θὰ ἐπανασυνδεθεῖ ἡ μαρξιστικὴ διαλεκτικὴ μὲ τὶς ἑγελιανὲς καταβολές της, θὰ ἀξιοποιηθεῖ ἡ γερμανικὴ κοινωνιολογικὴ παράδοση τῶν Βέμπερ καὶ Ζίμμελ, ὁδηγώντας στὴν συγκρότηση τῆς ἔννοιας τῆς πραγμοποίησης, θὰ δωθεῖ φιλοσοφικὴ ὑπόσταση στὴν λενινιστικὴ πρακτική. Δικαίως τὸ ἔργο θὰ ἰδωθεῖ ὡς ὁ θεμέλιος λίθος τῆς παράδοσης ποὺ ἀργότερα θὰ γίνει γνωστὴ ὡς Δυτικὸς Μαρξισμός. Κάθε σοβαρὴ μαρξιστικὴ προσέγγιση ποὺ θὰ ἀκολουθήσει θὰ κληθεῖ νὰ λάβει θέση ἔναντι τῆς λουκατσιανῆς θεωρίας. Στὴν ἐποχή του ὡστόσο τὸ ἔργο θὰ δεχθεῖ δριμεία κριτικὴ ἀπὸ τὴν κομμουνιστικὴ ὀρθοδοξία, κριτικὴ ποὺ θὰ ὁδηγήσει τὸν Λούκατς σὲ μιὰ σειρὰ αὐτοκριτικῶν. Τὸ ἔργο ἔτσι, μετὰ ἀπὸ ἐπιθυμία τοῦ ἴδιου τοῦ Λούκατς θὰ παραμείνει ἐκτὸς κυκλοφορίας μέχρι τὴν δεκαετία τοῦ 1960, γεγονὸς ποὺ θὰ κτίσει γύρω του ἕναν μύθο.

lukacs2

Τὸ ζήτημα τῶν αὐτοκριτικῶν τοῦ Λούκατς καὶ ἡ συχνὰ διφορούμενη στάση του ἔναντι τῆς ὀρθοδοξίας, μιὰ προσπάθεια συμφιλίωσης μὲ τὴν πραγματικότητα ποὺ θεματοποιεῖται τόσο ὡς τακτικὴ ἐπιβίωσης, ἀλλὰ καὶ θεωρητικά, ὅσο καὶ νὰ ξενίζει σήμερα, θὰ πρέπει νὰ ἰδωθεῖ στὸ πλαίσιο μιᾶς κοσμοθεωρητικῆς στάσης ποὺ θεωρεῖ «ἀκόμα καὶ τὸν χειρότερο κομμουνισμὸ καλύτερο ἀπὸ τὸν καλύτερο καπιταλισμό». Ὁ Λούκατς θὰ φροντίσει σταδιακὰ νὰ ἀπεμπλακεῖ ἀπὸ τὴν διατύπωση πολιτικοθεωρητικῶν θέσεων, καταφεύγοντας στὸ πιὸ ἤπιο πεδίο τῆς αἰσθητικῆς.

Τὰ ἑπόμενα χρόνια ὁ Λούκατς θὰ έπεξεργαστεῖ μιὰ Θεωρία τοῦ κριτικοῦ ρεαλισμοῦ, ὑπερασπιζόμενος τὴν κλασικὴ ἀστικὴ παραγωγὴ τέχνης ἔναντι τοῦ μοντερνισμοῦ. Ἡ στάση αὐτὴ θὰ πρέπει νὰ γίνει κατανοητὴ στὸ πλαίσιο μιᾶς γενικῆς θεωρίας ποὺ ἀντιλαμβάνεται τὸν ὑποβιβασμὸ τῆς καλλιτεχνικῆς δημιουργίας σὲ ἕνα ὑποσύνολο τῆς δραστηριότητας τοῦ ὑποκείμενου, ποὺ τῆς ἀφαιρεῖ τὴν ὁλοποιητική της διάσταση. Μακριὰ ἀπὸ μιὰ λογοτεχνικὴ κριτικὴ, ὁ Λούκατς παρέχει μιὰ φιλοσοφία τῆς διάλυσης τοῦ ἀστικοῦ κοσμοειδώλου. Εἶναι αὐτὴ ἡ λήψη θέσης ποὺ θὰ ὁδηγήσει στὴν διαμάχη μὲ τὸν Μπλόχ, τὸν Μπρέχτ καὶ τὸν Ἀντόρνο. «Ὁ Λούκατς», γράφει ὁ Ἀντόρνο στὸ ἔντονα ἐπικριτικὸ κείμενό του «Εξαναγκαστικὴ συμφιλίωση», «εἶναι κάποιος ποὺ ἀκούει τὶς ἀλυσίδες του νὰ τρίζουν καὶ νομίζει πὼς εἶναι τὸ Παγκόσμιο πνεῦμα ποὺ ἐπελαύνει». Ὁ Λούκατς δὲν θὰ ἀφήσει ἀναπάντητη τὴν πρόκληση: στὸν πρόλογό του στὴν ἐπανέκδοση τῆς Θεωρίας το μυθιστορήματος θὰ μιλήσει γι᾽ αὐτοὺς ποὺ βασισμένοι στὴν ἄνεση τοῦ ξενοδοχείου τους, παρατηροῦν μὲ δέος τὴν ἄβυσσο ποὺ ἀνοίγεται κάτω τους.

lukacs3

Κομβικὴ θὰ εἶναι ἡ στιγμὴ τῆς Οὐγγρικῆς Ἐπανάστασης τοῦ 1956. Ὁ Λούκατς θὰ λάβει ἐνεργὸ μέρος, θὰ γίνει μάλιστα καὶ μἔλος τῆς ἐπαναστατικῆς κυβέρνησης τοῦ Νάγκι. Ἡ ἤττα τῆς ἐπανάστασης θὰ τοῦ κοστίσει τὸν ἐκτοπισμό στὴν Ρουμανία. Τὰ ἑπόμενα χρόνια θὰ εἶναι ἐξαιρετικὰ δημιουργικά: τὴν δεκαετία τοῦ 1960 ὁ Λούκατς θὰ προετοιμάσει τὴν μεγάλη Αἰσθητική του, ἕνα ἔργο μπαρὸκ ποὺ ἀποτολμᾶ τὴν μεγάλη σύνθεση σὲ μιὰ ἐποχὴ ποὺ ὁ κατακερματισμὸς ἔχει γίνει locus communis. Παράλληλα, ἐπεξεργάζεται τὸ σχέδιο μιᾶς ντολογίας το κοινωνικο εναι βασισμένης στὴν κατηγορία τῆς ἐργασίας, ἐνῶ θὰ προβεῖ σὲ μιὰ σειρὰ κρίσιμες παρατηρήσεις ἀναφορικὰ μὲ τὴν ἀποτίμηση τοῦ σταλινισμοῦ:

«Ὁ Στάλιν στὴν πραγματικότητα δὲν ἦταν παρὰ ἕνας πολὺ ἔξυπνος ἄνθρωπος καὶ ἐξαιρετικὰ πολυμήχανος τακτικιστής. Ἤξερε ἀπὸ τὸν πρῶτο κιόλας καιρὸ μετὰ τὸ θάνατο τοῦ Λένιν νὰ ἐλίσσεται μὲ μεγάλη ἐπιδεξιότητα, συχνὰ χωρὶς ὅ ἴδιος νὰ παίρνει ἀποφασιστικὰ θέση, παριστάνοντας ὅμως τὴν ἀναμονή του σὰν τοποθέτηση ἀρχῶν, καὶ νὰ ἀφήνει ἔτσι νὰ φθείρονται ἀμοιβαία οἱ διάφορες τάσεις ποὺ ἐμφανίζονταν τότε στὸ προσκήνιο, γιὰ νὰ ἰδιοποιηθεῖ πάντοτε ἀπὸ κάθε τάση ὅ,τι νόμιζε κάθε φορὰ κατάλληλο γιὰ νὰ ἐνισχύσει τὴ δική του ἡγετικὴ θέση. Ἡ κυριότερη πρακτικὴ αὐτῆς τῆς τακτικῆς ἤταν ἡ βαθμιαῖα συγκέντρωση κάθε ἐξουσιαστικοῦ μηχανισμοῦ (κόμμα, κράτος καὶ μαζικὰ μέσα τῆς ἐνημέρωσης τῆς κοινῆς γνώμης) στὰ δικά του χέρια. Ἔτσι ἐμφανίζεται —καὶ αὐτὸ εἶναι τὸ χαρακτηριστικὸ στοιχεῖο τοῦ μετέπειτα τρόπου του διακυβέρνησης— νὰ εἶναι σὲ θέση, χωρὶς νὰ καταστρέψει τυπικὰ τὴ λειτουργία ὁποιουδήποτε ὀργάνου τῆς δημοκρατίας, νὰ προβάλει κάθε ἀπόφασή του σὰν νὰ εἶναι σύμφωνη μὲ κάποιο λενινιστικὸ δημοκρατισμό».
(Γκέοργκ Λούκατς, Αστικ κα σοσιαλιστικ δημοκρατία, μτφ. Ἀ. Τσίτσοβιτς, Κριτική, Ἀθήνα 1987, σ. 85.)

Ταυτόχρονα, τὰ πρώιμα ἔργα του θὰ ἐπανεκδοθοῦν καὶ θὰ γίνουν προσβάσιμα στὸ κοινό, προκαλώντας ἕναν νέο κύκλο συζητήσεων — εἰδικὰ στὴ Δύση. Τὸ πνεῦμα τοῦ 1968, ἡ ἀποσταλινοποίηση, ἡ ἄνοδος τῶν κοινωνικῶν κινημάτων θὰ ἀποτελέσουν τὸ ὑπόβαθρο μιᾶς ἔναρξης συζητήσεων γύρω ἀπὸ τὸ ἐγχείρημα τοῦ Λούκατς νὰ ἀναστοχαστεῖ τοὺς ὅρους δυνατότητας μιᾶς ἐπαναστατικῆς ὑποκειμενικότητας. Συνέχεια ὡστόσο δὲν θὰ ὑπάρξει. Ὁ Λούκατς θὰ πεθάνει τὸ 1971, λίγο πρὶν ἡ μαρξιστικὴ θεωρία παραδώσει τὴν πρωτοκαθεδρία στὸν ἑπερχόμενο μεταδομισμό. Θὰ πρέπει νὰ περιμένουμε μέχρι τὶς ἀρχὲς τοῦ νέου αἰώνα ὥστε —μὲ ἀφορμὴ τὴν ἀνακάλυψη ἐνδιαφέροντων κειμένων ἀπὸ τὰ κατάλοιπά του— νὰ ἀρχίσουν νὰ ἐμφανίζονται στὴ διεθνὴ βιβλογραφία νέες σημαντικὲς μελέτες ὀρμώμενες ἀπὸ τὴ σκέψη τοῦ Οὔγγρου μαρξιστή.

Άλλα επετειακά αφιερώματα του dim/art εδώ

Το dim/art στο facebook
Το dim/art στο facebook

One comment

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Twitter. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.