Λουκίνο Βισκόντι (1906-1976): Ο κόμης του νεορεαλισμού

—Ήρθα στον κόσμο την Hμέρα των Nεκρών κι αυτή η ημερομηνία
με συνοδεύει σε όλη μου τη ζωή, σαν κακός οιωνός—

Ο Λουκίνο Βισκόντι του Μοντρόνε (Luchino Visconti di Modrone), κόμης του Λονάτε Ποτσόλο (Μιλάνο, 2 Νοεμβρίου 1906 – Ρώμη, 17 Μαρτίου 1976), υπήρξε θεμελιωτής και βασικός εκφραστής του ρεύματος του ιταλικού νεορεαλισμού. Η θεματολογία του έργου του είναι επηρεασμένη σε σημαντικό βαθμό από τη ζωή του, την αριστοκρατική του καταγωγή, τη μαρξιστική ιδεολογία του και τα βιώματά του ως ομοφυλόφιλου.

Luchino Visconti by Ugo Mulas, 1969

 Φωτογραφία: Ugo Mulas, 1969

Ο Γατόπαρδος (1963), που βραβεύτηκε με τον Χρυσό Φοίνικα του Φεστιβάλ των Καννών, και ο Θάνατος στη Βενετία (1970) είναι δύο από τις ταινίες του που τον κατέστησαν διεθνώς γνωστό. Στα έργα του πρωταγωνίστησαν γνωστοί ηθοποιοί, όπως η Άννα Μανιάνι, ο Μαρτσέλλο Μαστρογιάννι, ο Αλέν Ντελόν, η Κατίνα Παξινού, ο Μπάρτ Λάνκαστερ και η Κλαούντια Καρντινάλε.

1920Ο Βισκόντι ήταν ένα από τα εφτά παιδιά μιας από τις πιο πλούσιες οικογένειες του Μιλάνου. Ο πατέρας του, Τζουζέπε Βισκόντι, καταγόταν από την αριστοκρατική οικογένεια των Βισκόντι του Μοντρόνε. Η μητέρα του, Κάρλα Έρμπα, ήταν αστή κόρη αυτοδημιούργητων βιομηχάνων. Ο νεαρός Βισκόντι μεγαλώνει σε καλλιτεχνικό περιβάλλον και από μικρό παιδί παρακολουθεί παραστάσεις λυρικού θεάτρου στην περίφημη Σκάλα του Μιλάνου, ενώ στην οικογενειακή οικία παίζει μαζί με τα αδέλφια του σαιξπηρικά έργα.  Μεγάλο θαυμασμό εκδηλώνει για τον συνθέτη Τζιάκομο Πουτσίνι, τον μαέστρο Αρτούρο Τοσκανίνι και τον συγγραφέα Γκαμπριέλε ντ’ Ανούντσιο, τους οποίους έχει την τύχη να συναναστραφεί, γεγονός που συμβάλλει στην απόφασή του να σπουδάσει μουσική και φιλοσοφία.  Το 1926 υπηρετεί στο Ιταλικό Ιππικό και από το 1928 ασχολείται με την οργάνωση ιπποδρομιών.

Τα χρόνια στο Παρίσι

Το 1933 o Βισκόντι ταξιδεύει στη Γερμανία και ζει από κοντά την άνοδο του ναζισμού. Στη συνέχεια, εγκαθίσταται στο Παρίσι όπου γνωρίζει και συναναστρέφεται τον Ζαν Κοκτώ και την Κοκό Σανέλ. Παράλληλα, εργάζεται ως βοηθός του σκηνοθέτη Ζαν Ρενουάρ στις ταινίες Toni (1935) και Γεύμα στην Εξοχή (Une Partie de Campagne, 1936).  Στο Παρίσι η συναναστροφή του με μαρξιστικούς κύκλους και ο ενθουσιασμός του Λαϊκού Μετώπου τον ωθούν, σε πρώτη φάση, να ασπαστεί τον μαρξισμό και, ακολούθως, να γίνει μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος Ιταλίας. Το 1937 ταξιδεύει στην Ελλάδα και στις ΗΠΑ όπου επισκέπτεται το Χόλιγουντ.

tumblr_mlirlpYvoe1rovfcgo7_r1_1280

Νεορεαλισμός

Το 1939, μετά το θάνατο της μητέρας του, ο Βισκόντι μετακομίζει από το Μιλάνο στη Ρώμη.  Εκεί, γνωρίζει νεαρούς διανοούμενους, μανιώδεις με τον κινηματογράφο και μαρξιστές.  Πρόκειται για τον Μάριο Αλικάτα, τον Τζουζέπε Ντε Σάντις, τον Τζιάνι Πουτσίνι και τον Μικελάντζελο Αντονιόνι, μαζί με τους οποίους γράφει στο περιοδικό Cinema που διευθύνει ο Βιτόριο Μουσολίνι, γιος του Μπενίτο Μουσολίνι. Με τα άτομα της ομάδας εκείνης ο Βισκόντι θα γυρίσει την πρώτη του ταινία, Διαβολικοί Εραστές (Ossessione, 1943). Βασισμένη στο μυθιστόρημα του Τζέιμς Μ. Κέιν, Ο Ταχυδρόμος χτυπάει πάντα δυο φορές, αποτελεί τη γενέθλια ταινία του ιταλικού νεορεαλισμού, ενός όρου που καθιερώθηκε χάρη στο μοντέρ του φιλμ, Μάριο Σεραντρέι. Τα γυρίσματα λαμβάνουν χώρα κατά τη διάρκεια του πολέμου, με αποτέλεσμα οι συντελεστές της ταινίας να αντιμετωπίζουν προβλήματα: το υλικό ελέγχεται από τη λογοκρισία του φασιστικού καθεστώτος, ενώ τα έξοδα όλα επιβαρύνουν τον Βισκόντι. Το Ossessione ταράζει τα νερά στον ιταλικό κινηματογράφο και σύντομα απαγορεύεται από τη λογοκρισία.

Με την ολοκλήρωση της ταινίας, ο Βισκόντι αναλαμβάνει ενεργό ρόλο στην Αντίσταση, συλλαμβάνεται και φυλακίζεται από τους Ναζί. Τα γεγονότα αυτά αποτυπώνονται στο ντοκιμαντέρ του Μέρες Δόξας (1945). Το 1948 το Κομμουνιστικό Κόμμα Ιταλίας τού αναθέτει να γυρίσει μια τριλογία με θέμα τη ζωή των ψαράδων της Σικελίας, των ανθρακωρύχων και των αγροτών. Τελικά, μόνο το πρώτο μέρος της τριλογίας ολοκληρώνεται· πρόκειται για την ταινία Η γη τρέμει, βασισμένη στο μυθιστόρημα του Τζιοβάνι Βέργκα Οι Μαλαβόλιε. Γυρισμένη στο χωριό Άτσι Τρέτσα της νότιας Σικελίας με ερασιτέχνες ηθοποιούς, κατοίκους του χωριού, θεωρείται χαρακτηριστικό δείγμα του ιταλικού νεορεαλισμού. Παρά τις αντιδράσεις που προκαλεί, η ταινία βραβεύεται με το Ειδικό βραβείο της Επιτροπής στο Φεστιβάλ Βενετίας 1948.  Ακολουθεί το Bellissima (1951) στο οποίο ξεχωρίζει η ερμηνεία της Άννας Μανιάνι.

Απομάκρυνση από το νεορεαλισμό

To Senso (1954) αποτελεί σημείο καμπής στο κινηματογραφικό έργο του Βισκόντι, ο οποίος, για πρώτη φορά, απομακρύνεται από τον νεορεαλισμό και υιοθετεί νέα θεματολογία που θα γίνει σήμα-κατατεθέν των ταινιών του. Η ερωτική ιστορία μιας κόμισσας και ενός αυστριακού αξιωματικού γίνεται η αφορμή ιγα βαθιά ανάλυση της ιταλικής ιστορίας και σημαντικών γεγονότων όπως η ιταλική ενοποίηση, ο καταστροφικός πόλεμος του 1866 και η επιρροή της παρηκμασμένης αριστοκρατικής τάξης στα γεγονότα αυτά. Το σενάριο βασίζεται στην ομότιτλη νουβέλα του Καμίλο Μπόιτο, ενώ για τους πρωταγωνιστικούς ρόλους ο Βισκόντι αρχικά ζητά την Ίνγκριντ Μπέργκμαν και τον Μάρλον Μπράντο, αίτημα που ο παραγωγός αρνείται. Πρόκειται για την πρώτη έγχρωμη ταινία του Βισκόντι, την οποία οι κριτικοί έχουν επαινέσει για την πρωτότυπη φωτογραφία, την πλαστικότητα των εικόνων και την επιβλητική σκηνογραφία.

Το 1956 ο Βισκόντι αντιτίθεται δημόσια στη σοβιετική επέμβαση στην Ουγγαρία και το 1957 γυρίζει τις Λευκές Νύχτες, που αποτελούν διασκευή διηγήματος του Ντοστογιέφσκι και βραβεύονται με τον Αργυρό Λέοντα στο Φεστιβάλ Βενετίας του 1957. Η ταινία, όμως, που ο Βισκόντι αγαπούσε περισσότερο, όπως ο ίδιος είχε δηλώσει, είναι O Ρόκο και τα αδέρφια του (1960).  Με αυτήν επιστρέφει στο νεορεαλισμό και καταπιάνεται, για δεύτερη φορά μετά το έργο Η γη τρέμει, με το θέμα του ιταλικού Νότου: Τα μέλη μιας οικογένειας του Νότου μεταναστεύουν στο Μιλάνο, με τη ελπίδα να ξεφύγουν από τη μιζέρια και να κερδίσουν ένα καλύτερο μέλλον. Παρά, όμως, τις προσπάθειές τους, η βαθμιαία διάλυση της οικογένειας, η δυστυχία και η ηθική κατάπτωση είναι αναπόφευκτες.

Τρία χρόνια αργότερα, το 1963, ο Βισκόντι βραβεύεται με το Χρυσό Φοίνικα στο Φεστιβάλ των Καννών για την ταινία Ο Γατόπαρδος, βασισμένη στο ομότιτλο μυθιστόρημα του Τζιουζέπε Τομάσι ντι Λαμπεντούσα. Ο Ιταλός σκηνοθέτης εστιάζει, για ακόμη μια φορά, στην παρακμή της αριστοκρατίας κατά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα και στην άνοδο της μεγαλοαστικής τάξης. Χαρακτηριστικό στοιχείο της ταινίας είναι τα εντυπωσιακά σκηνικά, καθώς ακόμη και τα συρτάρια ήταν γεμάτα με αυθεντικά αντικείμενα εποχής.

Το 1965 ο Βισκόντι βραβεύεται εκ νέου στο Φεστιβάλ Βενετίας, κερδίζοντας το Χρυσό Λέοντα, αυτήν τη φορά με την ταινία Μακρινά αστέρια της Άρκτου. Ακολούθως, ο Βισκόντι αποφασίζει να μεταφέρει στην κινηματογραφική οθόνη το βιβλίο του Αλμπέρ Καμύ Ο ξένος (1967), αλλά το αρχικό σενάριο συναντά την αντίδραση της χήρας του συγγραφέα, Φρανσίν Καμύ, που απαιτεί να τηρηθεί πιστά η πλοκή του μυθιστορήματος του συζύγου της. Τελικά, ο Βισκόντι αναγκάζεται να δεχθεί αλλαγές στο σενάριό του και να μην απομακρυνθεί από την αφηγηματική γραμμή του μυθιστορήματος.

luchino-visconti-in-una-scena-del-documentario-gli-angeli-nascosti-208186

Τα τελευταία χρόνια

Τα τελευταία έργα του Λουκίνο Βισκόντι διακρίνονται από έντονη εσωτερικότητα και επιστροφή στην αυτοβιογραφική «πηγή». Η παρακμή και η αποσύνθεση χαρακτηρίζουν τις δημιουργίες της τελευταίας περιόδου του σκηνοθέτη. Με την ταινία Οι Καταραμένοι (1969), που προτάθηκε για Όσκαρ καλύτερου σεναρίου, κατακρίνει τα εγκλήματα του ναζισμού παρακολουθώντας την αποσύνθεση μιας ισχυρής οικογένειας γερμανών βιομηχάνων τη δεκαετία του 1930. Η αίσθηση της παρακμής, η οποία αναδεικνύεται και χάρη στη φωτογραφία της ταινίας, καθιστά το εν λόγω έργο χαρακτηριστικό δείγμα της κινηματογραφικής αισθητικής του Βισκόντι. Ο Θάνατος στη Βενετία (1971), που απέσπασε το Μεγάλο Ειδικό Βραβείο Εικοσιπενταετίας του Φεστιβάλ των Καννών, αποτελεί μεταφορά της ομότιτλης νουβέλας του Τόμας Μαν και μια από τις πιο διάσημες ταινίες του, ενώ η «γερμανική τριλογία» ολοκληρώνεται με Το λυκόφως των Θεών (Ludwig) (1972).

Το 1974 ο Βισκόντι, παρά την ήδη κλονισμένη υγεία του, ολοκληρώνει άλλη μία ταινία, τη Γοητεία της αμαρτίας, που αποτελεί ίσως την πιο αυτοβιογραφική δημιουργία του. Οι παραγωγοί είχαν ορίσει ως «εφεδρικό» σκηνοθέτη τον πρωταγωνιστή Μπαρτ Λάνκαστερ, σε περίπτωση που η υγεία του Βισκόντι δεν του επέτρεπε να συνεχίσει τα γυρίσματα. Η πλοκή του έργου περιστρέφεται γύρω από έναν ηλικιωμένο και μοναχικό καθηγητή, ο οποίος αναστατώνεται όταν μια οικογένεια νεόπλουτων αστών και ένας διεφθαρμένος αλλά γοητευτικός νέος εισβάλλουν στη μονότονη ζωή του. Πρόκειται για σκληρή κριτική της πολιτικής και κοινωνικής κατάστασης της μεταπολεμικής Ιταλίας, ενώ σε δεύτερο επίπεδο η ταινία πραγματεύεται τον κρυφό ομοφυλοφιλικό ερωτισμό μεταξύ του καθηγητή και του νεαρού Κόνραντ. Η τελευταία ταινία του Βισκόντι είναι Ο αθώος (1976), που γυρίζεται ενώ ο σκηνοθέτης είναι πλέον σχεδόν παράλυτος. Βασισμένη στο ομότιτλο μυθιστόρημα του Γκαμπριέλε ντ’ Ανούτσιο, συνιστά σκληρή κριτική της αριστοκρατίας και της αλαζονείας της εξουσίας.

Ο Λουκίνο Βισκόντι πεθαίνει στις 17 Μαρτίου του 1976 στη Ρώμη, ενώ Ο αθώος βρίσκεται ήδη στη φάση του μοντάζ. Ολοκληρώνεται από τους συνεργάτες του, με βάση τις δικές του υποδείξεις, και προβάλλεται στο Φεστιβάλ των Καννών της ίδιας χρονιάς ως φόρος τιμής στο σκηνοθέτη.

Luchino-Visconti_672-458_resize

Θέατρο

Εκτός από τον κινηματογράφο, σημαντική είναι η προσφορά του Βισκόντι και στο θέατρο. Η πρώτη του θεατρική παράσταση είναι το έργο Τρομεροί γονείς του Ζαν Κοκτώ, που ανεβαίνει στο θέατρο Ελιζέο της Ρώμης τον Ιανουάριο του 1945. Η επαναστατική σκηνοθεσία του έργου, βασισμένη στο μοντέλο του νεορεαλισμού του Ossessione, προκαλεί ιδιαίτερη εντύπωση. Ακολούθως, και ιδίως στα πρώτα χρόνια της καριέρας του, ο Βισκόντι σκηνοθετεί αρκετές θεατρικές παραστάσεις, κυρίως έργα των Τσέχοφ, Σαίξπηρ, Τένεσι Ουίλιαμς και Άρθουρ Μίλερ, ενώ το 1953 ανεβάζει τη Μήδεια του Ευριπίδη. Συνεργάζεται επίσης με το θίασο της Ρίνα Μορέλι και του Πάολο Στόππα αλλά και με τον διάσημο ηθοποιό Βιτόριο Γκάσμαν.

Luchino Visconti e Maria Callas, 1956

Όπερα

Η αγάπη του Βισκόντι για την όπερα είναι εμφανής από την ταινία του 1954 Senso, η οποία ξεκινά με την τέταρτη πράξη του Τροβατόρε, γυρισμένη στο Θέατρο Λα Φενίτσε της Βενετίας. Η πρώτη του όπερα ήταν η Βεστάλε, που ανέβηκε στη Σκάλα του Μιλάνου τον Δεκέμβριο του 1954.

 

Ακολούθησαν δύο όπερες που άφησαν εποχή στη Σκάλα του Μιλάνου Η Τραβιάτα το 1955 και η Άννα Μπολένα το 1957, με πρωταγωνίστρια και στις δύο τη Μαρία Κάλλας. Ο Βισκόντι, άλλωστε, επηρέασε βαθύτατα την καριέρα της μεγάλης ντίβας, αφού η συνεργασία τους τη βοήθησε να τελειοποιήσει το υποκριτικό της ταλέντο.

Το 1958 ακολούθησαν ο Ντον Κάρλος του Βέρντι από τη Βασιλική Όπερα του Λονδίνου, ο Μάκβεθ του Βέρντι στο Σπολέτο και ο Τροβατόρε στο Κόβεντ Γκάρντεν το 1964. Το 1966 ο Φάλσταφ του Βέρντι στην Κρατική όπερα της Βιέννης απέσπασε διθυραμβικά σχόλια από τους κριτικούς, ενώ αντίθετα η όπερα του Βέρντι Σιμόν Μποκανέγκρα το 1969 με τους ηθοποιούς ντυμένους με γεωμετρικού τύπου κοστούμια προκάλεσε έντονες συζητήσεις.

026-luchino-visconti-theredlist

Προσωπική ζωή

Ο Λουκίνο Βισκόντι δεν έκρυψε ποτέ πως είναι ομοφυλόφιλος, όπως και ο πατέρας του Τζιουζέπε. Η ομοφυλοφιλία του εκφράζεται ανοιχτά για πρώτη φορά την περίοδο που ζει στο Παρίσι, ενώ σύντροφοί του υπήρξαν ο σκηνοθέτης και συνεργάτης του Φράνκο Τζεφιρέλι και ο αυστριακός ηθοποιός Χέλμουτ Μπέργκερ που πρωταγωνιστεί στις ταινίες Οι καταραμένοι, Το λυκόφως των θεών και Η γοητεία της αμαρτίας. Η ομοφυλοφιλία ανάγεται σε θέμα αρκετών ταινιών του Βισκόντι, κυρίως της τελευταίας περιόδου, συνήθως ως υφέρπων ερωτισμός μεταξύ των ηρώων.

Από την οικογένειά του, ιδιαίτερη αδυναμία είχε στη μητέρα του Κάρλα, αλλά και στην αδελφή του Ουμπέρτα. Η βίλα του στη νήσο Ίσκια λειτουργεί πλέον ως πολιτιστικό ίδρυμα και μουσείο αφιερωμένο σε αυτόν.

visconti

Εργογραφία

Ταινίες μεγάλου μήκους

Διαβολικοί Εραστές (Ossessione, 1943)
Η Γη Τρέμει (La terra trema, 1948)
Bellissima, 1951
Έτσι Τελείωσε Μια Μεγάλη Αγάπη (Senso, 1954)
Λευκές Νύχτες (Le notti bianche, 1957)
Ο Ρόκο και τ’ Αδέλφια του (Rocco e i suoi fratelli, 1960)
Ο Γατόπαρδος (Il gattopardo, 1963)
Μακρινά Αστέρια της Άρκτου (Vaghe stelle dell’Orsa, 1965)
Ο Ξένος (Lo straniero, 1967)
Οι Καταραμένοι (La caduta degli dei, 1969)
Θάνατος στη Βενετία (Morte a Venezia, 1971)
Το Λυκόφως των Θεών (Ludwig, 1972)
Η Γοητεία της Αμαρτίας (Gruppo di famiglia in un interno, 1974)
Ο Αθώος (L’innocente, 1976)

Άλλες ταινίες

Μέρες Δόξας (Giorni di gloria — ντοκιμαντέρ, 1945)
Σημειώσεις πάνω σε μια Είδηση Εφημερίδας (Appunti su un fatto di cronaca, 1951)
Anna Magnani (επεισόδιο της σπονδυλωτής ταινίας Εμείς οι Γυναίκες [Siamo donne], 1953)
Η Δουλειά (Il lavoro – επεισόδιο της σπονδυλωτής ταινίας Βοκκάκιος ’70 [Boccaccio ’70], 1962)
Η Μάγισσα στην Πυρά (La Strega Bruciata Viva — επεισόδιο της σπονδυλωτής ταινίας Οι Μάγισσες [Le Streghe],
967)

Θέατρο

Τρομεροί Γονείς του Ζαν Κοκτώ (1945)
Η Πέμπτη Κολόνα του Έρνεστ Χέμινγουεϊ (1945)
Η Γραφομηχανή του Ζαν Κοκτώ (1945)
Αντιγόνη του Ζαν Ανούιγ (1945)
Κεκλεισμένων των Θυρών του Ζαν-Πωλ Σαρτρ (1945)
Έγκλημα και Τιμωρία του Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι (1946)
Γυάλινος Κόσμος του Τένεσι Ουίλιαμς (1946)
Ευρυδίκη του Ζαν Ανούιγ (1947)
Όπως σας Αρέσει του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ (1948)
Λεωφορείον ο πόθος του Τένεσι Ουίλιαμς (1949)
Τρωίλος και Χρυσηίδα του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ (1949)
Ο Θάνατος του Εμποράκου του Άρθουρ Μίλερ (1951)
Η Λοκαντιέρα του Κάρλο Γκολντόνι (1952)
Τρεις Αδελφές του Αντόν Τσέχωφ (1952)
Οι Βλαβερές Συνέπειες του Καπνού του Αντόν Τσέχωφ (1953)
Μήδεια του Ευριπίδη (1953)
Η Χοάνη του Άρθουρ Μίλερ (1955)
Θείος Βάνια του Αντόν Τσέχωφ (1955)
Δεσποινίς Τζούλια του Άουγκουστ Στρίντμπεργκ (1957)
Ο Ιμπρεσάριος της Σμύρνης του Κάρλο Γκολντόνι (1957)
Ψηλά από τη Γέφυρα του Άρθουρ Μίλερ (1958)
Μετά την Πτώση του Άρθουρ Μίλερ (1965)
Βυσσινόκηπος του Αντόν Τσέχωφ (1965)
Έγκμοντ του Γιόχαν Βόλφγκανγκ Γκαίτε (1967)

Όπερα

Υπνοβάτις του Βιντσέντζο Μπελίνι (1955)
Τραβιάτα του Τζουζέπε Βέρντι (1955)
Άννα Μπολένα του Γκαετάνο Ντονιτσέττι (1957)
Ιφιγένεια εν Ταύροις του Κρίστοφ Βίλιμπαλντ Γκλουκ(1957)
Ντον Κάρλος του Τζουζέπε Βέρντι (1958)
Μάκβεθ του Τζουζέπε Βέρντι (1958)
Ο Δούκας της Άλμπα του Γκαετάνο Ντονιτσέττι (1959)
Σαλώμη του Ρίχαρντ Στράους (1961)
Τραβιάτα του Τζουζέπε Βέρντι (1963)
Οι Γάμοι του Φίγκαρο του Βόλφγκανγκ Αμαντέους Μότσαρτ (1964)
Τροβατόρε του Τζουζέπε Βέρντι (1964)
Ντον Κάρλος του Τζουζέπε Βέρντι (1965)
Φάλσταφ του Τζουζέπε Βέρντι (1966)
Ιππότης με το Ρόδο του Ρίχαρντ Στράους (1966)
Τραβιάτα του Τζουζέπε Βέρντι (1967)
Σιμόν Μποκανέγκρα του Τζουζέπε Βέρντι (1969)
Μανόν Λεσκώ του Τζιάκομο Πουτσίνι (1973)

luchinovisconti

* * *

Πηγή κειμένου-εργογραφίας: inital.gr

Επιμέλεια αφιερώματος: Γιώργος Τσακνιάς

Εδώ άλλες επετειακές αναρτήσεις από το dim/art

Το dim/art στο facebook

Το dim/art στο twitter

instagram-logo

img_logo_bluebg_2x

6 comments

  1. Παράθεμα: Λουκίν&omi...
  2. Λουκίνο Βισκόντι: ο αριστοκράτης, ο μαρξιστής, ο ομοφυλόφιλος, ο μέγας εστέτ, ο καταραμένος. Ο μεγάλος μου αγαπημενος! Το δικό μου ιδεώδες στην Κινηματογραφική Τέχνη! Δεν μπορώ να διαλέξω ανάμεσα στις ταινίες του…Το Οσσεσσιόνε? Την Μπελίσσιμα? Το Λα τέρρα τρέμα? Το Ρόκκο? Το Σένσο? Το Γατόπαρδο? Τους Καταραμένους? Το Λυκόφως?Το Θάνατο στη Βενετία? Τη Γοητεία της Αμαρτίας? Ποιο???

    Μου αρέσει!

Σχολιάστε

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.