Αυτό δεν είναι τραγούδι # 342
Dj της ημέρας, ο Βασίλης Λουλές
«Μια τέτοια νύχτα πριν από χρόνια
κάποιος περπάτησε μόνος
δεν ξέρω πόσα λασπωμένα χιλιόμετρα.
Νύχτα και συννεφιά, χωρίς άστρα
Πήγαινε το δρόμο δρόμο» […]
Θα μπορούσα να γράφω σελίδες για τους στίχους αυτού του ποιήματος του Μιχάλη Γκανά, που πρωτοδιάβασα το 1991, σε σκοτεινές εποχές της ζωής μου, αμέσως μετά το θάνατο του αδελφού μου. Θα ‘γραφα για την ταραχή και τη λύτρωση μαζί που ‘φερναν μέσα μου αυτά τα λόγια – και συνεχίζουν να φέρνουν, σαν σ’ ένα ατέλειωτο οδοιπορικό.
Πολύ αργότερα άκουσα αυτή την αφήγηση από τον Χάρη Κατσιμίχα. Και μου άρεσε. Και γνώρισα έτσι κι αυτό το υπέροχο δημοτικό τραγούδι («Πήγαινα το δρόμο δρόμο») που ακούγεται από κάτω.
«Ξημερώματα, μπήκε στα Γιάννενα.
Στο πρώτο χάνι έφαγε και κοιμήθηκε τρία μερόνυχτα.
Ξύπνησε απ’ το χιόνι που έπεφτε μαλακά.
Στάθηκε στο παράθυρο και άκουγε τα κλαρίνα
πότε θαμπά και πότε δίπλα του
όπως τα ‘φερνε ο άνεμος» […]
Δεν είναι μόνο η νοσταλγία για έναν κόσμο χιονισμένο που γνώρισα παιδί – για ένα άσπρο καθαρό, ήσυχο, απαλό, «λευκή σινδών» της (Παπαδιαμάντειας) λύτρωσης και της λησμονιάς…
«Χιόνιζε
όλη νύχτα στα Γιάννενα χιόνιζε» […]
Ούτε είναι μονάχα που με συγκλονίζει η ιστορία αυτού του ήρωα που κάνει «…δεν ξέρω, πόσα λασπωμένα χιλιόμετρα» για να μπει στα Γιάννενα, έτσι χωρίς σκοπό, να μείνει κλεισμένος στο χάνι 3 μέρες να ακούει τα κλαρίνα, να «…ακούει το χιόνι να πέφτει»…
«Ξημερώματα, πλήρωσε ότι χρωστούσε και γύριζε στο χωριό του […]
Με τη μαύρη κάπα στις πλάτες
Αχ, και τι χιόνι σήκωσαν
τι χιόνι σήκωσαν τούτες οι πλάτες
κανένας δεν το ‘μαθε
κανένας…»
Δεν είναι ούτε καν η σπαρακτική καρτερία του ανθρώπου που απομακρύνεται – μαύρη κουκίδα στο άσπρο – παίρνοντας μαζί τον βουβό του καημό…
Είναι που ακούω δυνατά μέσα στ’ αυτιά μου το βήμα του μέσα στη λάσπη – κι ο ήχος βαρύς, τόσο βαρύς, εκκωφαντικός σα να προσπαθεί να σκεπάσει την πεντακάθαρη φωνή της γυναίκας που ήταν «…σαν αλύχτημα, και σαν να την έσφαζαν», καθώς έκανε έρωτα κάπου δίπλα.
Ακούω το δυνατό και στέρεο πάτημα στη γη και σα να βλέπω, κάτω από τη μαύρη κάπα, διάφανη τη ρωγμή στο μέρος της καρδιάς που άνοιξε κείνη η φωνή. Κι από μέσα, να ξεπροβάλλουν ένα-ένα τα πρόσωπα του πατέρα μου και των φίλων του, που μαζεύονταν στο μαγαζί, στο ποδηλατάδικο των Τρικάλων, τις μέρες του χιονιού. Άνθρωποι με μουστάκια και βαριές φωνές που μου φαίνονταν αυστηροί – δεν καταλάβαινα τα αστεία που μου έκαναν ούτε τα βροντερά τους γέλια όταν με πείραζαν καλοκάγαθα. Μου πήρε χρόνια για να καταλάβω πόσο ευάλωτοι ήταν.
Άνθρωποι που έζησαν τραχειά, που ονειρεύτηκαν ταπεινά, που πόνεσαν βουβά.
Βάζω το χέρι και αγγίζω απαλά τη χαραγματιά του άντρα που χάνεται στο λευκό. Χαϊδεύω ανεπαίσθητα τα αγροίκα πρόσωπα.
Χιονίζει.
Στίχοι: Μιχάλης Γκανάς από την ποιητική συλλογή «Γυάλινα Γιάννενα», 1989.
Αφήγηση: Χάρης Κατσιμίχας, 2001.
Δημοτικό τραγούδι: «Πήγαινα το δρόμο, δρόμο», από το συγκρότημα του Σέα Γκίκα.
* * *
Κάθε βράδυ, ένας συνεργάτης ή φίλος του dim/art διαλέγει ένα τραγούδι — ή, μάλλον όχι· αυτό δεν είναι τραγούδι, ή δεν είναι μόνο ένα τραγούδι: είναι μια ιστορία για ένα τραγούδι. Στείλτε μας κι εσείς ένα τραγούδι που δεν είναι τραγούδι στο dimartblog@gmail.com.
* * *