Ο μπάτσος του Σαιν Τροπέ

—του Γιώργου Τσακνιά για τη στήλη Παροράματα και ημαρτημένα

Η είδηση είναι σημερινή. Αντιγράφω το αποκλειστικό ρεπορτάζ της Έφης Μαρίνου στην Εφημερίδα των Συντακτών:

Στο Aυτόφωρο Ναυπλίου ο Ματίας Λάνχοφ

Ο διάσημος Γερμανός σκηνοθέτης, που πραγματοποιούσε γύρισμα το βράδυ της Τετάρτης στην Aρχαία Επίδαυρο με μια γυμνή Γαλλίδα ηθοποιό, κατηγορείται για προσβολή μνημείου.

Matthias-Langhoff-asfaleia21

Δύο ημέρες βρίσκεται στην Αρχαία Επίδαυρο ο Ματίας Λάνχοφ, από το πρωί της Τρίτης, μαζί με πολυμελές γερμανοελβετικό κινηματογραφικό συνεργείο για το γύρισμα ενός ντοκιμαντέρ που αφορά τον ίδιο τον σκηνοθέτη.

Είχαν ζητήσει και έλαβαν άδεια για γυρίσματα μέσα στον χώρο του αρχαίου θεάτρου και ειδικά για χθες, μέχρι και τις 2 μετά τα μεσάνυχτα, ήθελαν το μνημείο χωρίς κόσμο – οι πόρτες για το κοινό κλείνουν στις 8 μ.μ.

Το κακό ξεκίνησε όταν ο αρχαιοφύλακας της βάρδιας είδε μια Γαλλίδα ηθοποιό γυμνή μέσα στο θέατρο, ανάμεσα στο πρώτο και στο δεύτερο διάζωμα.

Κάλεσε κατευθείαν την αστυνομία, με αποτέλεσμα να συλληφθεί όλο το συνεργείο και να οδηγηθεί στο κρατητήριο του Ναυπλίου. Για προσβολή του μνημείου…

Σε μηνύσεις προς την Αρχαιολογική Υπηρεσία προχώρησε και ο ίδιος ο Ματίας Λάνχοφ. Σύμφωνα με τις τελευταίες πληροφορίες, ορίστηκε τακτική δικάσιμος.

Σε κινητοποίηση βρίσκονται τόσο η Γαλλική όσο και η Ελβετική Πρεσβεία.

Το κινηματογραφικό υλικό έχει κατασχεθεί και θα δημιουργηθεί αντίγραφο στη Γενική Ασφάλεια στην Αθήνα.

 Έφη Μαρίνου

efsyn.gr

Αναρωτιέμαι πώς ακριβώς «προσεβλήθη» το μνημείο από τη γυμνή ηθοποιό — το μνημείο ενός πολιτισμού (από τους δημιουργούς του οποίου επαιρόμαστε ότι καταγόμαστε) που ύμνησε την ομορφιά —το κάλλος, με την κυριολεκτική, σωματική έννοια— και που θεωρούσε την απεικόνισή της απολύτως φυσική, όπως φυσική είναι η ίδια η γύμνια. Γυμνοί γεννιόμαστε και γυμνή μας γεννάει η μάνα μας.

Δεν ξέρω αν το μνημείο ρωτήθηκε σχετικώς· γενικά, τα μνημεία μας δεν τα πολυρωτάνε· μόλις πριν από λίγους μήνες, ο τότε Υπουργός Πολιτισμού Πάνος Παναγιωτόπουλος έγραφε στον Τζωρτζ Κλούνι και του ζητούσε συμπαράσταση στο θέμα των μαρμάρων του Παρθενώνα, τα οποία —έγραφε ο υπουργός, λέμε— «απήχθησαν παρά τη θέλησή τους».

Ούτε ξέρω τι ακριβώς λέει ο νόμος περί προσβολής μνημείων. Ούτως ή άλλως, το τι λέει ο νόμος έχει μια σημασία, αλλά μάλλον δευτερεύουσα εν προκειμένω. Εν πάση περιπτώσει, υπάρχουν διάφοροι αναχρονιστικοί νόμοι που τυπικά δεν έχουν καταργηθεί αλλά δεν εφαρμόζονται στην πράξη. Το βέβαιον είναι ότι τόσο ο αρχαιοφύλακας που έφριξε όταν είδε τη γυμνή Γαλλίδα όσο και τα όργανα της τάξεως που έσπευσαν στον τόπο του εγκλήματος εξέφρασαν το κοινό περί προσβολής μνημείων αίσθημα.

Διότι το γυμνό, στη χώρα όπου  υμνήθηκε και θεοποιήθηκε (κυριολεκτικά) από τους αρχαίους ημών προγόνους (αυτούς, που μας κάνουν και υπερήφανους, μαζί με τη γαλανόλευκη και «τα παιδιά της Εθνικής μας Ομάδας»), σήμερα αποτελεί πολύ εύκολα «προσβολή». Είναι «προσβολή μνημείου» μια ηθοποιός να περπατά γυμνή στο αρχαίο θέατρο, σε ώρα που δεν υπάρχουν επισκέπτες. Σωστά: αν φορούσε στρινγκ και χόρευε πάνω σε τραπέζι κατάμεστης αίθουσας, δεν θα είχε προσβάλει κανέναν.

Το γυμνό είναι προσβολή για τον επαρχιώτικο, κομπλεξικό μικροαστισμό μας. Μεγαλωμένοι με τη χριστιανική ενοχοποίηση του σώματος, έχουμε μάθει ότι «όλες είναι πουτάνες, εκτός από τη μαμά». Όλες κάνουν σεξ, μόνο η μάνα μας γονιμοποιήθηκε με τον κρίνο, όπως βέβαια πρώτη και καλύτερη η Μήτηρ Θεού, γιατί αλλιώς η γέννηση ενός ανθρώπου (και δη ενός «Θεανθρώπου») θα ήταν κάτι βρώμικο. Αυτό λοιπόν το χριστιανικό προπατορικό αμάρτημα (όχι «το αμάρτημα της μητρός μου», αλλά όλων των άλλων) υπάρχει κάπου στο βάθος, στο ασυνείδητο. Βγήκαμε κάποια στιγμή από τον Μεσαίωνα, χωρίς όμως να μπούμε κάπου αλλού — απλώς πέσαμε με τα μούτρα στη Μεγάλη Ιδέα, όταν εκείνη μίκρυνε δραματικά εμείς προτιμήσαμε να αρνηθούμε την πραγματικότητα, έκτοτε σπρώχνουμε την εθνική μας άρνηση όλο και πιο βαθιά στη σφαίρα του λούμπεν μεταφυσικού (των ψεκασμών, δηλαδή), κι έτσι κάπως περιφέρουμε το συλλογικό μας και τα ατομικά μας ασυνείδητα χωρίς να ξέρουμε πού να τα ακουμπήσουμε για να μην ενοχλούν και κουτσοκαταφέρνουμε να ζούμε με την αντίφαση και, τελικά, να μας τρέχουνε τα σάλια με το μωρό που φοράει στρινγκ και χορεύει στο τραπέζι, αλλά δεν θα τα κάνουμε κι όλα ίσωμα, υπάρχουν και κάποια πράγματα που είναι ιερά, όπως η μάνα μας («τη μάνα μου, ρε;»), οι εκκλησίες, η σημαία και τα μνημεία των προγόνων μας.

Πολλά μπορούν να λεχθούν για την έμφυλη διάσταση του θέματος· πάντως, εκ του προχείρου και σε γενικές γραμμές, ο αναγνώστης μπορεί εύκολα να μεταφράσει την παράγραφο αυτή στη γυναικεία της εκδοχή, δηλαδή εστιάζοντας όχι σε εκείνον που σαλιάζει κάτω από το τραπέζι χαζεύοντας το στρινγκ, αλλά σε εκείνη πάνω στο τραπέζι, που το φορά. Διότι βεβαίως το θέμα δεν είναι από μόνο του το στρινγκ, ούτε κάποιο είδος διασκέδασης, ούτε η απολύτως υποκειμενική —πώς αλλιώς θα μπορούσε να είναι;— αισθητική του ερωτικού παιχνδικού· το ζήτημα είναι η υποκρισία με την οποία μια κοινωνία αναστενάζει στα σκυλάδικα και στα κλαμπ υστερικά ημίγυμνη—οι αναστεναγμοί της καθιερώνονται πανηγυρικά από την τηλεόραση, μιας και αποτελούν «είδηση» και αντικείμενο ειδικών εκπομπών, μάλλον των πλέον δημοφιλών—, αλλά παράλληλα κρατά κάποια ιερά τοτέμ έξω και μακριά από τον εαυτό της, «ευπρεπώς ενδεδυμένα», για να μπορεί να τα «σέβεται» όσο τραβάει η ψυχή της και να έχει, έτσι, ένα μόνιμο και αστείρευτο καταφύγιο εύκολης απενοχοποίησης. Και τι πιο ιερό και άξιο σεβασμού από το φαντασιακό παρελθόν μας, από τα αρχαία μάρμαρα των προγόνων μας, άσπιλα και αμόλυντα όπως και η άμωμος μήτρα της μάνας μας; Το ιερό όμως είναι έξω και πέρα από το ανθρώπινο· αυτό είναι το προσόν του και η παγίδα του.

Εν κατακλείδι, νομίζω πως είναι λάθος με κάτι τέτοιες αφορμές, όπως η γελοία και θλιβερή σύλληψη του Ματίας Λάνχοφ και όλου του του συνεργείου, να παρομοιάζεται η χώρα με το Ιράν. Η σύγκριση είναι τόσο ανιστόρητη (και, συνεπώς, τόσο επικίνδυνη) όσο η ρητορική περί «χούντας που δεν τελείωσε το ’73». Όχι, δεν είμαστε Ιράν. Μάλλον επαρχία γύρω στις αρχές της δεκαετίας του ’70 είμαστε — κι όχι «με την καλή την έννοια». Το καθεστώς δεν είναι ολοκληρωτικό: είναι οπισθοδρομικό και υποκριτικό. Η κοινωνία δεν ζει υπό τον τρόμο των μουλάδων· δεν ζει γενικά. Πρέπει να την κλωτσήσεις για να δεις αν αναπνέει — εκείνη θα μουρμουρίσει κάτι ακατάληπτο για τους αρχαίους προγόνους και θα αλλάξει πλευρό. Δεν βλέπω γύρω Χομεϊνί και Αχμαντινετζάντ, βλέπω όμως συχνά-πυκνά τον μπάτσο του Σαιν Τροπέ, τον επαρχιώτη χωροφύλακα που κοιτάζει με τα κυάλια τις τουρίστριες και του τρέχουν τα σάλια και, αφού χορτάσει το μάτι του, ορμάει στην παραλία σφυρίζοντας σαν τρελός και ανεμίζοντας το γκλομπ για να επιβάλει τον νόμο και την τάξη. Κι αν η μορφή του Λουί ντε Φινές είναι κωμική και συμπαθής, η εικόνα της «μικρής μας χώρας», όπου συλλαμβάνονται σκηνοθέτες και ηθοποιοί επειδή με το σώμα τους στην απλή, φυσική του μορφή προσέβαλαν τα μνημεία, είναι καταθλιπτική και αποπνιχτική, σαν την Πρέβεζα του Καρυωτάκη.

https://www.youtube.com/watch?v=P2cRRC6jpus

* * *

920

 

Το 1929 δημοσιεύτηκαν τα ημίγυμνα πορτρέτα της Μόνα Πάεβα, πρώτης μπαλαρίνας της Opera Comique, από τη Nelly’s και προκάλεσαν σάλο στην Αθήνα. Τη φωτογράφο υπερασπίστηκε με την αρθρογραφία του από τις σελίδες του Ελευθέρου Βήματος ο Παύλος Νιρβάνας.

* * *

Εδώ άλλες αναρτήσεις από τη στήλη Παροράματα και ημαρτημένα

Το dim/art στο Facebook
Το dim/art στο Facebook