Αδελφοί Γκριμ: όπου τα λαϊκά παραμύθια γίνονται αστική λογοτεχνία

—της Ελένης Κεχαγιόγλου—

Τα παραμύθια που έχουν μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες και, από τον 19ο αιώνα μέχρι σήμερα, έχουν μεγαλώσει γενιές και γενιές παιδιών ανά τον κόσμο, εκδόθηκαν πρώτη φορά τον Δεκέμβριο του 1812.

grimm

 Από τη λαϊκή αφήγηση στον έντεχνο λόγο

«Θέλω να σας εισαγάγω στο πνεύμα του γερμανικού παρελθόντος με όσο το δυνατόν πιο ζωντανό τρόπο. Δεν μας ενδιαφέρει η νεκρή πολυμάθεια, που δεν αποσκοπεί παρά στον ίδιο τον εαυτό της. Αλλά επιδιώκω να μάθετε να ανακαλύπτετε το παρόν και μέσα απ’ το παρελθόν» έλεγε ο Βίλχελμ Γκριμ στους φοιτητές του (βλ. περιοδικό «Διαβάζω», τχ. 104) στο Πανεπιστήμιο του Γκέτινγκεν όπου ο μεγάλος του αδελφός δίδασκε από το 1830 και ο ίδιος από το 1835. Και γίνεται, έτσι, φανερό ότι οι αδελφοί Γκριμ ‒εμπνευσμένοι από τον Ρομαντισμό‒ αντιμετώπιζαν τη γερμανική πολιτισμική παράδοση ως μέσο για την κατανόηση του εθνικού παρόντος και, άρα, ως εργαλείο εθνικής αυτογνωσίας.

grimmmΣτο πλαίσιο αυτό, ο Γιάκομπ Γκριμ (1785-1863) και ο αδελφός του Βίλχελμ (1786-1869) ‒που πορεύτηκαν παράλληλα όλη τους τη ζωή και σπούδασαν νομικά αλλά αφοσιώθηκαν στη φιλολογία‒ προχώρησαν στη συλλογή και στην καταγραφή των λαϊκών παραμυθιών της πατρίδας τους. Το 1812 εξέδωσαν έναν τόμο με 86 παραμύθια υπό τον τίτλο «Kinder – und Hausmärchen» («Παραμύθια για τα παιδιά και την οικογένεια»). Μέχρι το 1857 είχαν εκδώσει, με τον ίδιο γενικό τίτλο, συνολικά 211 παραμύθια, μεταξύ των οποίων και γνωστότατα, όπως «Η Σταχτοπούτα», «Η Χιονάτη και οι επτά νάνοι», «Ο λύκος και τα εφτά κατσικάκια», «Ο ψαράς και η γυναίκα του», «Η Κοκκινοσκουφίτσα». Τα παραμύθια των αδελφών Γκριμ, όπως έμελλε να γίνουν παγκοσμίως γνωστά, έχουν μεταφραστεί σε περισσότερες από 150 γλώσσες, έχουν επανειλημμένως διασκευαστεί λογοτεχνικά, έχουν μεταφερθεί στον κινηματογράφο και αποτελούν σήμερα κλασικά αναγνώσματα για τα παιδιά.

Η σελίδα τίτλου από έκδοση του 1819.
Η σελίδα τίτλου από έκδοση του 1819.

Παρ’ όλα αυτά, ο Γιάκομπ, όπως παραθέτει ο Μιχάλης Μερακλής («Το λαϊκό παραμύθι. Κείμενα παραμυθολογίας»), μετά την πρώτη έκδοση του βιβλίου σημείωνε: «Το βιβλίο των παραμυθιών δεν έγινε διόλου για παιδιά· φαίνεται όμως πως αυτά ήθελαν πολύ κάτι τέτοιο· και με χαροποιεί ιδιαίτερα». Έτσι, μετά την έκδοση του 1815, με την οποία συμπληρωνόταν ένα σώμα 156 συνολικά παραμυθιών, ακολούθησαν έξι εκδόσεις στις οποίες τα παραμύθια αναθεωρούνταν και ως προς το περιεχόμενο και ως προς τη μορφή, και προσαρμόζονταν από τον Βίλχελμ λογοτεχνικά, με τρόπο ώστε να διαπαιδαγωγούν τα παιδιά σύμφωνα με τις ηθικές αξίες της ανερχόμενης τότε αστικής τάξης. Οι σύγχρονοι μελετητές επισημαίνουν ότι οι Γκριμ υπήρξαν σε μεγάλο βαθμό παρεμβατικοί ως προς την πλοκή των παραμυθιών απαλείφοντας, π.χ., αιμομικτικές πράξεις και παιδοκτόνους ήρωες, προκειμένου να παρουσιαστεί αψεγάδιαστος ο χαρακτήρας του τευτονικού πολιτισμού.

grimm ilustrate

Το έργο τους είναι η πρώτη επιστημονική καταγραφή λαϊκών παραμυθιών, που διέσωσε τον προφορικό αφηγηματικό λόγο της πατρίδας τους και άνοιξε το δρόμο για αντίστοιχες συλλογές και σε άλλες χώρες. Ταυτόχρονα,  δίνει, σύμφωνα και πάλι με τον Μερακλή, την πρώτη ώθηση στο ιδιαίτερο είδος του έντεχνου παραμυθιού, καθώς πια το λαϊκό παραμύθι εξωραϊζεται, υπόκειται την επεξεργασία ενός δημιουργού και με τον τρόπο αυτό μετατρέπεται σε αστική λογοτεχνία.

grimmmm

AH1854Στην Ελλάδα, πάντως, οφείλουμε την πρώτη συλλογή ελληνικών παραμυθιών σε έναν θαυμαστή του έργου των Γκριμ, στον αυστριακό Johann Georg von Hann, που στα μέσα του 19ου αιώνα χρημάτισε πρόξενος αρχικά στα Γιάννενα κι έπειτα στη Σύρο. Από την Ήπερο και τα νησιά συγκέντρωσε παραμύθια που του διηγήθηκαν κυρίως αγράμματες γυναίκες και τα τύπωσε στα γερμανικά στη Λειψία το 1864.

Από τις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα οι αδελφοί Γκριμ γίνονται δημοφιλείς στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό, γεγονός που αποδεικνύεται και από τις μεταφράσεις πολλών παραμυθιών τους στο εικονογραφημένο περιοδικό για παιδιά, εφήβους και νέους Η Διάπλασις των Παίδων. Τότε, είχαν πια παρέλθει οι έντονες αντιδράσεις που αρχικά υπήρξαν στην Ελλάδα, λόγω της αμφισβήτησης του παιδαγωγικού χαρακτήρα των παραμυθιών επειδή στις σελίδες τους παρελαύναναν τέρατα και άλλα άγρια πλάσματα.

διάπλασις

Στην κατηγορία αυτή, αν και στον 20ό αιώνα πια, έχει απαντήσει υπέροχα ο παραμυθιολόγος Max Luthi, με τα λόγια του ψυχιάτρου Graf Wittgenstein: «Παιδιά που δεν συναντήθηκαν με τα παραμύθια θα τα βρει απροετοίμαστα η αγριότητα στη ζωή». Ίσως άλλωστε για αυτό πλέον η τάση είναι να διαβάσουμε τα παραμύθια των αδελφών Γκριμ στην πρώτη, αυθεντική τους μορφή, που βρίσκεται εγγύτερα στην προφορική παράδοση. Στην Αγγλία, μάλιστα, μόλις (και για πρώτη φορά) κυκλοφόρησε η μετάφραση των 156 παραμυθιών των εκδόσεων του 1812 και του 1815, γιατί οι γονείς και οι εκδότες ‒σύμφωνα με την άποψη του μελετητή του παραμυθιού Jack Zipes, που είναι ο επιμελητής της έκδοσης‒ «είναι καιρός να πάψουν να υποτιμούν τα παραμύθια που απευθύνονται στα παιδιά».

Zipes_BrothersGrimm-216x300

Λαϊκό παραμύθι και παιδική ψυχολογία

περώΗ «Κοκκινοσκουφίτσα» είναι ένα παραμύθι το οποίο υπάρχει σε πολλές παραλλαγές και συγκαταλέγεται μεταξύ των λαϊκών παραμυθιών που δημοσίευσε στο τέλος του 17ου αιώνα, μάλλον το 1697, ο γάλλος συγγραφέας Σαρλ Περό, με τον τίτλο «Ιστορίες της μαμάς μου της χήνας» (παρουσιάζοντας ως συγγραφέα τον δεκάχρονο γιο του). Ωστόσο, διαδόθηκε παγκοσμίως χάρη στην πιο δημοφιλή παραλλαγή που κατέγραψαν οι αδελφοί Γκριμ, περισσότερα από εκατό χρόνια αργότερα, στις αρχές του 19ου αιώνα, το 1812, στη Γερμανία. Η «Κοκκινοσκουφίτσα» του Περό τελειώνει με τον λύκο νικητή, παραβιάζοντας ένα από τα χαρακτηριστικά του λαϊκού παραμυθιού: να κυριαρχεί στο τέλος το καλό. Δίνει, ωστόσο, έτσι στον συγγραφέα την ευκαιρία, σε ένα σύντομο ποίημα με το οποίο ολοκληρώνει όλες τις ιστορίες του, να παρουσιάσει το ηθικό του δίδαγμα: τα καλά κορίτσια δεν πιάνουν την κουβέντα με αγνώστους· αν το κάνουν, μπορεί να τιμωρηθούν (να τα φάει ο κακός λύκος).

Ωστόσο, όπως σημειώνει ο διακεκριμένος ψυχαναλυτής Μπρούνο Μπέτελχαϊμ, η αξία του παραμυθιού καταστρέφεται όταν επεξηγείται διδακτικά, όταν δηλαδή εκπίπτει σε ηθικοπλαστική ιστορία. Το παραμύθι αποκτά την πλήρη σημασία του μόνο όταν το παιδί (και ο ενήλικας) ανακαλύπτει διαισθητικά τα κρυμμένα νοήματά του, όταν δηλαδή ο εκάστοτε ακροατής (ή αναγνώστης) του το αναδημιουργεί ανάλογα με τις δικές του ανάγκες.

6a00e54fcf73858834017c32ffd4a1970b

Εκτός από την ερμηνεία εκείνη σύμφωνα με την οποία η «Κοκκινοσκουφίτσα» μιλά για τις οιδιπόδειες συγκρούσεις μιας έφηβης, από τις οποίες εντέλει σώζεται και καταφέρνει έπειτα να ωριμάσει, κατά τους μελετητές του παραμυθιού μεταφέρεται επίσης το μήνυμα ότι η εμπιστοσύνη στις καλές προθέσεις των πάντων βλάπτει. Κι επίσης, ο «κακός λύκος» έχει τη δυνατότητα να μας κάνει κακό μόνον εφόσον του επιτρέπουμε εμείς να μας εξουσιάζει επειδή, για κάποιο λόγο, μας ελκύει. Η αφέλεια είναι γοητευτική − αλλά είναι επικίνδυνο να παραμένει κανείς αφελής για όλη του τη ζωή.

Dore_ridinghood

Στην παραλλαγή του παραμυθιού όπως την καταθέτει ο Περό δίνεται έμφαση στη σεξουαλική αποπλάνηση (ο λύκος ζητά από το κορίτσι να γδυθεί και να ξαπλώσει πλάι του, και το παραμύθι τελειώνει με εκείνον να την καταβροχθίζει). Στην ιστορία των αδελφών Γκριμ, ακόμη κι αν δεχτούμε ότι υπάρχουν παρόμοιοι υπαινιγμοί, σε καμιά περίπτωση πάντως δεν γίνονται συνειδητοί. Το κυρίαρχο νόημα του παραμυθιού είναι ότι το παιδί έρχεται αντιμέτωπο με την κακία (που είναι ο λύκος) όταν δεν υπακούει τις γονικές συμβουλές («και μη χασομεράς στο δρόμο», συμβουλεύει η μαμά την Κοκκινοσκουφίτσα). Όπως συνοψίζει ο Μπέτελχαϊμ, «η Κοκκινοσκουφίτσα έχασε την παιδική της αθωότητα, συνάντησε τους κινδύνους που βρίσκονται μέσα της και στον κόσμο, και την αντάλλαξε με τη σοφία που μπορούν να κατέχουν μονάχα όσοι “γεννήθηκαν δύο φορές”: εκείνοι που όχι μόνο υπερνίκησαν μια υπαρξιακή κρίση, αλλά και συνειδητοποίησαν ότι η ίδια τους η φύση τούς έσπρωξε σε αυτήν. Η παιδική αθωότητα της Κοκκινοσκουφίτσας πεθαίνει καθώς αποκαλύπτεται ο λύκος ως αυτό που είναι και την καταπίνει.    Όταν βγαίνει από την κοιλιά του λύκου, ξαναγεννιέται συνειδητοποιημένη πια».

snow white

Αρκετά συχνά οι ήρωες των παραμυθιών πέφτουν σε βαθύ ύπνο ή ξαναγεννιούνται, όπως και η Χιονάτη, π.χ. Κάθε αφύπνιση ή αναγέννηση οδηγεί σε ένα υψηλότερο στάδιο ωριμότητας. Με τον τρόπο αυτό, τα λαϊκά παραμύθια κεντρίζουν αριστοτεχνικά την επιθυμία για την αναζήτηση υψηλού νοήματος στη ζωή. Η Χιονάτη, σαν ένα παραμύθι για την πορεία προς την ενηλικίωση, μάλλον μιλά για την εκδίωξη από τον παράδεισο της νηπιακής ηλικίας, εκεί όπου τα πάντα εκπληρώνονταν χωρίς προσπάθεια εκ μέρους μας. Μετά την έκπτωσή μας από την ηλικία αυτή ακολουθούν αναπόφευκτα για όλους οι, λιγότερο ή περισσότερο οδυνηρές, εμπειρίες που μας οδηγούν στην ωριμότητα. Ωστόσο, το τέλος της Χιονάτης συνωμοτικά ψιθυρίζει στο παιδί να μην ανεξαρτητοποιηθεί από τους μεγάλους, καθώς ύστερα από τις ενδεχομένως σκληρές δοκιμασίες της μεταβατικής περιόδου από την παιδικότητα προς τον ενήλικο βίο (που ενδέχεται να είναι πολύ σκληρές) θα κατακτήσει πλούσιες εμπειρίες και την ευτυχία. Αντιθέτως, οι νάνοι, καθηλωμένοι στη συνθήκη του αιώνιου παιδιού, δεν θα γευτούν ποτέ τη χαρά του έρωτα και του γάμου.

220px-Gustave_dore_cendrillon4Κατά παρόμοιο τρόπο, η «Σταχτοπούτα» ένα άλλο λαϊκό παραμύθι από τη συλλογή των αδελφών Γκριμ, το οποίο επίσης περιλαμβανόταν στο βιβλίο του Σαρλ Περό, και αποτελεί ίσως το πιο αγαπημένο παραμύθι διεθνώς, με μακρά ιστορία (για πρώτη φορά καταγράφηκε στην Κίνα τον 9ο αι. μ.Χ.) καθοδηγεί το παιδί να αντιληφθεί ότι, ύστερα από τις απογοητεύσεις και τις ταλαιπωρίες, μπορεί να ευτυχήσει, υπερβαίνοντας και την αδελφική αντιζηλία και τους απορριπτικούς γονείς. Η Σταχτοπούτα καταφέρνει να το επιτύχει αυτό διότι αρχικά η σχέση με την καλή μητέρα της της χάρισε την απαραίτητη ασφάλεια της αγάπης, ώστε να έχει σταθερή προσωπικότητα. Έπειτα, εξελίσσεται χάρη στο μόχθο που απαιτούν τα σκληρά της καθήκοντα, στις πρωτοβουλίες που παίρνει, αλλά και στο γεγονός ότι δεν κρύβεται πίσω από την πλαστή ταυτότητα της, αλλά επιθυμεί το βασιλόπουλο να την αποδεχτεί για αυτό που είναι: η Σταχτοπούτα. Με τον τρόπο αυτό, το παραμύθι παρουσιάζει τα βήματα ανάπτυξης της προσωπικότητας, και λειτουργεί παραδειγματικά και για τους γονείς υποδεικνύοντάς τους ότι, για να ανεξαρτητοποιηθεί το παιδί τους, πρέπει να του επιτρέψουν να αντιμετωπίσει μόνο του προβλήματα, διαφορετικά δεν θα αυτονομηθούν ως υπάρξεις, όπως ακριβώς οι θετές αδερφές της Σταχτοπούτας μένουν κακέκτυπα της μητριάς τους.

Σύμφωνα με αυτόν τον ψυχαναλυτικό τρόπο ερμηνείας, τα παραμύθια δείχνουν ότι όποιος παλέψει τις συχνά άδικες δυσκολίες στη ζωή, θα αναδειχτεί σε κάθε περίπτωση νικητής, καθώς, σύμφωνα με τον Φρόιντ, η ύπαρξή μας αποκτά νόημα μονάχα όταν παλεύουμε ενάντια σε δυνάμεις που φαντάζουν συντριπτικά υπέρτερές μας.

Και για να επικαλεστούμε άλλη μία φορά τον Μπρούνο Μπέτελχαϊμ, το βιβλίο του οποίου «Η γοητεία των παραμυθιών» στάθηκε αρωγός μας σε αυτό το κείμενο, «Σήμερα, όπως και στο παρελθόν, το πιο σημαντικό και δυσκολότερο καθήκον στην ανατροφή ενός παιδιού είναι να το βοηθήσουμε να βρει νόημα στη ζωή». Και από αυτή την άποψη, συνεχίζει ο ίδιος, «κανένα είδος “παιδικής λογοτεχνίας” ‒με σπάνιες εξαιρέσεις‒ δεν μπορεί να ικανοποιήσει το παιδί, καθώς και τον ενήλικο, όσο τα λαϊκά παραμύθια».

grimm 2

* * *

Εδώ άλλες επετειακές αναρτήσεις του dim/art

Εδώ άλλες αναρτήσεις από την κατηγορία Βιβλίο

Το dim/art στο facebook

One comment

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Twitter. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.