Ντόρις Λέσινγκ (1919-2013): η φαντασία ως φάρμακο
—της Ελένης Κεχαγιόγλου—
H Ντόρις Λέσινγκ, στα 94 χρόνια που έζησε, βίωσε τον σύντομο 20ό αιώνα, που ήταν ωστόσο αρκετά μακρύς ‒και αναδείχτηκε σε μια από τις σημαντικότερες συγγραφείς του‒, μα είδε και την αυγή του 21ου, οπότε, το 2007, ανάμεσα στα άλλα της βραβεία προστέθηκε και η ύψιστη τιμητική διάκριση, το Νόμπελ Λογοτεχνίας — και ήταν η εντέκατη μόλις γυναίκα στην ιστορία του θεσμού μα και η γηραιότερη συγγραφέας (ετών 88) στην οποία απονεμόταν το Νόμπελ. Η Λέσινγκ, μεγαλώνοντας, είχε την ευκαιρία να έρθει σε επαφή με διαφορετικούς πολιτισμούς σε έναν κόσμο που ραγδαία άλλαζε· σύμφωνα με δική της διατύπωση, «οι άνθρωποι φτιάχνονται από το περιβάλλον στο οποίο μεγαλώνουν»: γεννήθηκε στις 22 Οκτωβρίου του 1919 ως Ντόρις Μέι Τέιλερ από άγγλους γονείς στην Περσία (νυν Ιράν), όταν ήταν πέντε ετών, στη δίνη του κόσμου μετά τον Μεγάλο Πόλεμο, μετακόμισαν οικογενειακώς στη βρετανική αποικία της Ροδεσίας (νυν Ζιμπάμπουε) με την ελπίδα να πλουτίσουν με καλλιέργειες καλαμποκιού, μια ελπίδα που σύντομα διαψεύστηκε.
Σε μια χώρα όπου ανθούσε το φυλετικό μίσος, η Ντόρις —κόρη ενός υπάλληλου τραπέζης που είχε μείνει ανάπηρος στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και μιας νοσοκόμας, στους οποίους αναφέρεται το κύκνειο άσμα της Άλφρεντ και Έμιλυ (2008)— είχε τη θλιβερή τύχη να δει τον αδερφό της ρατσιστή, εμπειρία που ανακαλείται στο πρώτο μυθιστόρημά της Τραγουδάει το χορτάρι (1950), το υπόβαθρο του οποίου αποτελεί το άπαρτχαϊντ στην Αφρική. Το έργο που την έκανε παγκοσμίως γνωστή, και λατρεμένη στις ανά τον κόσμο φεμινίστριες, ήταν, το 1962, το μυθιστόρημα Χρυσό σημειωματάριο, το κορυφαίο έργο της, το οποίο θεωρήθηκε ως το έργο επιγόνου της Βιρτζίνια Γουλφ.·Στα λογοτεχνικά έργα της Λέσινγκ ανιχνεύεται αυτοβιογραφικό υλικό, ενώ η ίδια σε συνέντευξή της έχει πει: «Όλες οι ιστορίες έχουν τις ρίζες τους στην πραγματικότητα, έχουν τέλος πάντων μια σχέση με αυτό που συμβαίνει στην πραγματικότητα — δεν βασίζονται μόνο στην επινόηση. Δεν υπάρχει καμία ιστορία που να έρχεται από το πουθενά». Η Λέσινγκ, πάντως, ετών δεκατεσσάρων, εγκατέλειψε την πατρική εστία στη Ροδεσία και έκανε δουλειές του ποδαριού για να ζήσει, ενώ παράλληλα συμμετείχε σε αριστερές οργανώσεις. Παντρεύτηκε στα 17 της και απέκτησε δύο παιδιά, ο γάμος ναυάγησε, και στα 25 της ξαναπαντρεύτηκε, αυτήν τη φορά τον γερμανό κομμουνιστή Γκότφριντ Λέσινγκ, με το όνομα του οποίου έμελλε να γίνει διάσημη. Θα χωρίσει ωστόσο σύντομα και με τον μικρό γιο που απέκτησε μαζί του θα εγκατασταθεί το 1949 στο Λονδίνο, όπου θα γράφει, θα εργάζεται ως γραμματέας για βιοπορισμό, και θα γίνει μέλος του κομμουνιστικού κόμματος («όλοι ήμασταν κομμουνιστές τότε», έχει δηλώσει) έως την αποχώρησή της το 1956. Τις δεκαετίες του 1950 και ’60 ήταν εντόνως πολιτικοποιημένη, όπως εξάλλου και η εποχή καθαυτή. Αργότερα, ωστόσο, θα δήλωνε: «Κι αν δεν ήμασταν εντελώς αλλοπαρμένοι, ωστόσο λέγαμε: «Ε, καλά, σε 15 χρόνια θα είμαστε στην εξουσία», «Φυσικά και δεν θα υπάρχουν φυλετικές διακρίσεις», «Θα είμαστε όλοι ελεύθεροι». Και τις πιστεύαμε όλες αυτές τις ανοησίες»…
Σύμφωνα με το σκεπτικό της Ακαδημίας που της απένειμε το Νόμπελ, πρόκειται για μια «επική συγγραφέα της γυναικείας εμπειρίας, η οποία με σκεπτικισμό, φλόγα και ενορατική δύναμη διερευνά εξονυχιστικά έναν διχασμένο πολιτισμό» και «άλλαξε τον τρόπο με τον οποίο βλέπουμε τις σχέσεις ανδρών-γυναικών». Βέβαια, από τη δεκαετία του ’70, η θεματολογία των πεζογραφικών της έργων άρχισε να μετακινείται από τα ζέοντα θέματα της εποχής της κι από την πολιτική και τον ορθολογισμό προς αλληγορικά μυθιστορήματα επιστημονικής φαντασίας, δηλώνοντας φανατική θαυμάστρια του Άρχοντα των δαχτυλιδιών. Όπως έχει η ίδια πει, σε συνέντευξή της, αρχικά θεωρούσε ότι μπορούσε να αλλάξει τον κόσμο με τη λογοτεχνία, «έπειτα όμως αναρωτιέσαι: γιατί αισθάνθηκα ότι θα αλλάξω την κοινωνία; ότι θα αλλάξω το οτιδήποτε;»
Η Λέσινγκ, κι αν δεν άλλαξε τον κόσμο, έγραψε 50 βιβλία (μυθιστορήματα, διηγήματα και δοκίμια) — σελίδες που, αν δεν άλλαξαν τους αναγνώστες της, οπωσδήποτε συνέβαλαν στη δημιουργία του προσωπικού τους σύμπαντος ή τουλάχιστον λειτούργησαν ως φάρμακο για την πραγματικότητα, όπως το καταφέρνουν οι σημαντικοί συγγραφείς. Εξάλλου, η ίδια πίστευε ότι «καλός αφηγητής είναι εκείνος που έχει την ικανότητα να μπολιάζει την πραγματικότητα με το φάρμακο της φαντασίας του».
Τα βιβλία της στα ελληνικά, από την Biblionet:
(2013) Άλφρεντ και Έμιλυ, Εκδόσεις Καστανιώτη
(2013) Οι γιαγιάδες, Εκδόσεις Καστανιώτη
(2013) Το πέμπτο παιδί, Έθνος
(2011) Το χρυσό σημειωματάριο, Εκδόσεις Καστανιώτη
(2010) Το πέμπτο παιδί, Εκδόσεις Καστανιώτη
(2010) Το χρυσό σημειωματάριο, Εκδόσεις Καστανιώτη
(2009) Το πιο γλυκό όνειρο, Εκδόσεις Καστανιώτη
(2008) Η σχισμή, Εκδόσεις Καστανιώτη
(2007) Αναμνήσεις ενός επιζώντος, Εκδόσεις Καστανιώτη
(2007) Η καλή τρομοκράτισσα, Οδυσσέας
(2002) Μάρα και Νταν, Εκδοτικός Οίκος Α. Α. Λιβάνη
(2002) Ο Μπεν στον κόσμο, Εκδόσεις Καστανιώτη
(2002) Το πέμπτο παιδί, Εκδόσεις Καστανιώτη
(1999) Ο απεσταλμένος στον πλανήτη 8, Κέδρος
(1997) Ένας άντρας και δύο γυναίκες, Εκδοτικός Οίκος Α. Α. Λιβάνη
(1996) Αγάπη ξανά, Εκδοτικός Οίκος Α. Α. Λιβάνη
(1996) Αναμνήσεις ενός επιζώντος, Εκδόσεις Καστανιώτη
(1991) Το καλοκαίρι πριν από το σκοτάδι, Εκδόσεις Καστανιώτη
(1987) Προμήνυμα καταιγίδας, Οδυσσέας
(1985) Ένας καλός γάμος, Οδυσσέας
(1984) Τραγουδάει το χορτάρι, Γνώση
(1983) Οι ζώνες της Σικάστα, Κάκτος
(1983) Σικάστα, Κάκτος
(1981) Μάρθα Κουέστ, Οδυσσέας
(1980) Το χρυσό σημειωματάριο, Οδυσσέας
Συμμετοχή σε συλλογικά έργα
(2013) Πρόσωπα, Πόλις
(1998) Περιπετειώδεις ιστορίες, Τεκμήριο
* * *
Ο κόσμος της Ντόρις Λέσινγκ — με τα δικά της λόγια
—μετάφραση αποσπασμάτων: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου—
Ο εφιάλτης έχει διάφορες μορφές, έρχεται είτε στον ύπνο είτε στην εγρήγορση, και περιγράφεται με απλά λόγια ως εξής: Ένας άνδρας στέκεται με την πλάτη σ’ έναν τοίχο από τούβλα και τα μάτια δεμένα. Τον έχουν βασανίσει σχεδόν μέχρι θανάτου. Απέναντί του βρίσκονται έξι άνδρες με τα τουφέκια έτοιμα να πυροβολήσουν μόλις δώσει το παράγγελμα ένας έβδομος, που έχει το χέρι υψωμένο. Μόλις κατεβάσει το χέρι, θα αντηχήσουν οι πυροβολισμοί και ο αιχμάλωτος θα πέσει νεκρός. Ξαφνικά όμως συμβαίνει κάτι απρόσμενο – αν και όχι εντελώς απρόσμενο, γιατί ο έβδομος άνδρας είχε το νου του τόσην ώρα μήπως και το ακούσει. Φωνές και τσακωμοί έχουν ξεσπάσει έξω στο δρόμο. Οι έξι άνδρες κοιτούν ερωτηματικά τον αξιωματικό τους, τον έβδομο. Ο αξιωματικός περιμένει να δει πού θα καταλήξει η σύγκρουση έξω. Ακούγεται μια φωνή, «Νικήσαμε!» και τότε ο αξιωματικός διασχίζει το χώρο, πάει στον τοίχο, λύνει τον δεμένο άνδρα και παίρνει εκείνος τη θέση του. Ο μέχρι τούδε δεμένος άνδρας τώρα δένει τον άλλο. Και έρχεται εκείνη η στιγμή, μια στιγμή φρίκης, στον εφιάλτη, που χαμογελάνε ο ένας στον άλλο. Τους κάνει αδέρφια το χαμόγελο αυτό. Το χαμόγελο εμπεριέχει μια τρομερή αλήθεια που θέλω να αποφύγω. Γιατί ακυρώνει κάθε δημιουργικό αίσθημα. Ο αξιωματικός, ο έβδομος, στέκεται τώρα με την πλάτη στον τοίχο και τα μάτια δεμένα και περιμένει. Ο πρώην αιχμάλωτος πλησιάζει το εκτελεστικό απόσπασμα που παραμένει σε ετοιμότητα. Σηκώνει το χέρι και το κατεβάζει. Οι πυροβολισμοί αντηχούν και το σώμα πέφτει σπαράζοντας μπροστά στον τοίχο. Οι έξι στρατιώτες είναι ανάστατοι και αηδιασμένοι· τώρα θα πάνε να πιούνε για να πνίξουν την ανάμνηση του φόνου τους. Αλλά ο άνδρας που ήταν δεμένος και τώρα είναι ελεύθερος, χαμογελάει καθώς τους βλέπει να φεύγουν παραπατώντας, βλαστημώντας και μισώντας τον, όπως ακριβώς θα βλαστημούσαν και θα μισούσαν και τον άλλο, που τώρα είναι νεκρός. Και έχει το χαμόγελο του άνδρα προς τους έξι αθώους στρατιώτες μια τρομακτική ειρωνική κατανόηση. Αυτός είναι ο εφιάλτης.
Στη βιβλιοθήκη είσαι ελεύθερος, δεν δεσμεύεσαι από κανένα τρέχον πολιτικό κλίμα. Είναι ο πιο δημοκρατικός θεσμός γιατί κανείς –μα κανείς– δεν μπορεί να σου πει τι να διαβάσεις και πότε και πώς.
Δεν υπάρχει αμφιβολία πως η μυθοπλασία βελτιώνει την αλήθεια.
Δεν γίνεσαι σοφότερος όσο μεγαλώνεις. Ευερέθιστος γίνεσαι.
Λέξεις. Λέξεις. Παίζω με τις λέξεις ελπίζοντας πως κάποιος συνδυασμός τους, έστω και τυχαίος, θα πει αυτό που θέλω.
Η τέχνη είναι ο καθρέφτης των προδομένων ιδανικών μας.
Είναι φρικτό να καταστρέφεις την εικόνα που έχει κάποιος για τον εαυτό του χάριν της αλήθειας ή άλλης αφηρημένης έννοιας.
Δεν ξέρω γιατί ακόμα δυσκολεύομαι τόσο πολύ να αποδεχτώ ότι οι λέξεις είναι ανεπαρκείς και ανακριβείς εκ φύσεως.
Ήταν όλα λάθος, άσχημα, μέσα στη θλίψη και τον κυνισμό, τίποτα όμως δεν ήταν τραγικό, δεν υπήρχαν στιγμές ικανές να αλλάξουν κάτι ή κάποιον. Κατά καιρούς, άστραφτε σαν κεραυνός το συναίσθημα και αποκάλυπτε ένα τοπίο προσωπικής δυστυχίας, και μετά συνεχίζαμε το χορό.
* * *
Η ειλικρίνεια είναι σφαίρα που σκοτώνει τους εν ζωή φίλους και γνωστούς μας
—Αποσπάσματα από συνέντευξη της Ντόρις Λέσινγκ στον Θανάση Λάλα για την εφημερίδα Το Βήμα (22/11/1998)—
Η συγγραφή είναι μια καθαρά εσωτερική διαδικασία. Είναι ένα ταξίδι προς τα μέσα, ένα εσωτερικό ταξίδι. Με τη γραφή σκαλίζεις συνεχώς μέσα σου για να δεις ουσιαστικά πώς σκέφτεσαι, τι αισθάνεσαι. Γι’ αυτό μου αρέσει να γράφω: μαθαίνω πράγματα για τον εαυτό μου αλλά και γενικότερα που δεν φανταζόμουν ποτέ ότι θα μπορούσα να τα μάθω. Ανακαλύπτω μια γνώση που κουβαλούσα τόσα χρόνια μέσα μου χωρίς να ξέρω ότι την κουβαλάω.
Η γνώση δεν έχει βάρος για να μας υπενθυμίζει την ύπαρξή της. Η γνώση είναι αβαρής, είναι αεράκι… Αν δεν ανοίξουμε εμείς το παράθυρο, δεν πρόκειται να φυσήξει μέσα στα μυαλά μας… Γι’ αυτό λατρεύω το γράψιμο. Με το γράψιμο μαθαίνω πάντα κάτι που υπάρχει και όμως ώσπου να το ανακαλύψω το αγνοούσα.
Ξέρετε πόσα αχρησιμοποίητα ταλέντα υπάρχουν γύρω μας; Οι περισσότεροι άνθρωποι ζουν τις ζωές τους με τα εννέα δέκατα του ταλέντου τους σε καταστολή, σε λανθάνουσα κατάσταση. Αυτή είναι η τραγωδία του κόσμου μας. Ζούμε σε έναν κόσμο που αντέχει και ας υπάρχουν γύρω μεγάλες δόσεις αχρησιμοποίητου ταλέντου.
Στη Δύση υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που έχουν γεννηθεί με το ταλέντο να γράφουν είναι η κουλτούρα μας τέτοια. Αν όμως θες να το αναπτύξεις και να μπορέσεις να γίνεις συγγραφέας, χρειάζεται δουλειά, σκληρή δουλειά. Και αν το ταλέντο της συγγραφής είναι κάτι που στο πλαίσιο της δυτικής κουλτούρας το συναντάς εύκολα, δεν θα έλεγα ότι συμβαίνει το ίδιο και με τη δουλειά. Στη Δύση οι άνθρωποι είναι τεμπέληδες. Συνήθως οι άνθρωποι θεωρούν ότι το ταλέντο από μόνο του είναι αρκετό για να γίνει κανείς συγγραφέας. Υποσυνείδητα το θεωρούν εύκολο πράγμα και αυτό τους κάνει να μη δουλεύουν.
Η ζωή είναι μια άσκηση στο περιττό. Όσο λιγότερα και πιο ουσιαστικά μένουν στη χούφτα μας τόσο πιο πολύ αγγίζουμε την ευτυχία.
Την έμπνευση όποιος την πιστεύει, καλά θα κάνει να την ακινητοποιεί όταν τον επισκέφτεται, αλλά εγώ συμπληρώνω ότι, αν κάποια έμπνευση περιέχει το σημαντικό, μην ανησυχείτε, και να το ξεχάσετε, θα σας ξαναεπισκεφθεί το σημαντικό. Αν είναι σημαντικό, είναι γιατί δεν χάνεται με την ίδια ευκολία που χάνονται τα ασήμαντα του κόσμου τούτου.
Σκέφτομαι ότι στον πόλεμο, όπου πολλοί άνθρωποι δεν είχαν να φάνε και όπου το πιο πιθανόν θα ήταν να μην έχουν χρόνο ή διάθεση να ακούσουν μουσική, επέλεγαν να ακούσουν την καλύτερη μουσική για εκείνη την εποχή. Πάντα σε εποχές δύσκολες, όταν ο κόσμος πιέζεται, οι άνθρωποι στρέφονται προς την τέχνη. Αυτό δεν είναι τυχαίο.
Η δυσκολία είναι ωφέλιμη όταν γίνεται γέφυρα προς τη γνώση και την ευτυχία. Σκοπός για μένα είναι να βγάλεις κάτι μέσα από τη δυσκολία. Αν είναι να κάθεσαι και να κλαις τη μοίρα σου σε κάθε αναποδιά που σου συμβαίνει, δεν θα μάθεις ποτέ τίποτε.
Οι άνθρωποι γεννιόμαστε με μια γόμα στη διάθεσή μας. Ανά πάσα στιγμή με τη γόμα αυτή σβήνουμε ό,τι θέλουμε από τη μνήμη μας.
Ο συγγραφέας είναι αυτός που βλέπει στο σκοτάδι. Ο συγγραφέας ένας παρατηρητής είναι. Και η τάση αυτή προς την παρατήρηση πιθανόν να έχει να κάνει με τη δύσκολη παιδική ηλικία. Δεν εννοώ απαραίτητα ότι γίνεται κανείς παρατηρητικός όταν έχει ζήσει δυστυχισμένα παιδικά χρόνια. Πολλές φορές όμως η δυσκολία είναι αρκετή για να σε κάνει να στραφείς προς την παρατήρηση.
Ένα μυθιστόρημα πρέπει να αντιμετωπίζεται όπως η ζωή. Αλίμονο αν στη ζωή κάθε πρόκληση που παρουσιάζεται στον δρόμο μας μάς παρασέρνει και σε άλλο δρόμο. Τότε ποτέ δεν θα φτάναμε πουθενά. Ο στόχος, ο προορισμός, είναι το παν και στη ζωή και στο γράψιμο ενός μυθιστορήματος.
Καλός αφηγητής είναι αυτός που έχει την ικανότητα να μπολιάζει την πραγματικότητα με το φάρμακο της φαντασίας του.
Όλες οι ιστορίες έχουν τις ρίζες τους στην πραγματικότητα, έχουν τέλος πάντων μια σχέση με αυτό που συμβαίνει στην πραγματικότητα δεν βασίζονται μόνο στην επινόηση. Δεν υπάρχει καμία ιστορία που να έρχεται από το πουθενά. Η φαντασία μας άλλωστε δίνει ενδιαφέρον στην πραγματικότητα. Το ενδιαφέρον της πραγματικότητας βρίσκεται στο να τη ζούμε και όχι στο να την αφηγούμαστε
Νομίζω ότι ελάχιστα πράγματα αποτελούν επιλογές μας σε αυτή τη ζωή. Τις περισσότερες αποφάσεις που παίρνουμε τις καθορίζει είτε η κοινωνία είτε ο τρόπος που μεγαλώνουμε. Στην ουσία δεν είμαστε ελεύθεροι. Είμαστε πάντα διαθέσιμοι να αγωνιστούμε για να αποκτήσουμε την ελευθερία μας, αλλά σχεδόν ποτέ δεν φτάνουμε στην ελευθερία.
Συχνά σκέφτομαι πως στην πραγματικότητα ίσως να μην αρέσει και πολύ στους ανθρώπους να νιώθουν ελεύθεροι. Η ανελευθερία συχνά μας βολεύει και γι’ αυτό και αναζητούμε συνεχώς φιγούρες που να μπορούν να μας επιβληθούν και να μας πούνε τι πρέπει να κάνουμε. Αν δεν είναι έτσι, πώς εξηγείτε την αδυναμία μας να επιλέξουμε τους κατάλληλους ανθρώπους για να μας κυβερνήσουν ως ελεύθερα όντα;
Για μένα οι ήρωές μου είναι σαν να ζουν στην πραγματικότητα, μπορώ και τους αναγνωρίζω, είναι σαν να ζούνε όλοι στο ίδιο δωμάτιο μαζί μου. Έτσι πρέπει να είναι οι ήρωες για τον συγγραφέα τους· διαφορετικά ό,τι βιβλίο και να γράψουμε δεν θα έχει ζωή.
Ο καλός συγγραφέας μπορεί να βλέπει όλη τη ζωή τού κάθε ήρωά του σαν να παρακολουθεί μια ταινία. Αυτό είναι που κάνει τον χαρακτήρα ενός βιβλίου αληθινό.
Ο Γκορμπατσόφ είχε πει ότι «ο κομμουνισμός πέθανε, ο καπιταλισμός πέθανε, πρέπει τώρα να σκεφτούμε κάτι καινούργιο». Προς το παρόν φαίνεται σαν να μην έχουμε σκεφτεί απολύτως τίποτε.
* * *
One comment